Σάββατο 1 Σεπτεμβρίου 2012

Μία από τις αρχαιότερες βυθισμένες πόλεις,λίγα λεπτά από την Παντάνασσα στα Νότια της Λακωνίας.

Μία από τις αρχαιότερες βυθισμένες πόλεις,λίγα λεπτά από την Παντάνασσα στα Νότια της Λακωνίας, αναδημιουργήθηκε ψηφιακά, αξιοποιώντας τις δυνατότητες της τεχνολογίας. 
Ένα λιμάνι, σπίτια με κήπους, ρούχα απλωμένα στις αυλές, δρόμοι και πλατείες, συνθέτουν μία πόλη με στοιχεία από τον αστικό τρόπο ζωής. 
Μόνο που εδώ μιλάμε για την εποχή του Χαλκού!το Παυλοπέτρι ήταν μια πόλη με άριστη ρυμοτομία, που περιλάμβανε ένα πολύ καλά κατασκευασμένο οδικό δίκτυο. 
Ανεξάρτητες και μη οικίες μέχρι και δύο ορόφων, συνυπήρχαν με δημόσια κτίρια. 
Αυτό που εντυπωσιάζει είναι το πολύπλοκο σύστημα διαχείρισης του νερού που σύμφωνα με τα ευρύματα περιλάμβανε κανάλια και υδρορροές."Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι πρόκειται για την αρχαιότερη βυθισμένη πόλη του κόσμου", δήλωσε ο Δρ. Τζον Χέντερσον, καθηγητής υποθαλάσσιας αρχαιολογίας του πανεπιστημίου του Νότινγχαμ.
Αυτά που ανακάλυψαν ξεπέρασαν κάθε προσδοκία. Βρήκαν μια πόλη με κτίρια, πλατείες, δρόμους και μνημεία. Ο βυθός είναι γεμάτος με διασκορπισμένα αγγεία. 
Στην ίδια περιοχή εντοπίστηκε μεγάλο κτίριο, μήκους 35 μέτρων, που μάλλον αποτελούσε έδρα και κατοικία της πολιτικής ηγεσίας της πόλης.
Οι επιστήμονες προσπαθούν να βρουν την απάντηση στο ερώτημα γιατί βυθίσθηκε η πόλη. Υπάρχουν τρεις θεωρίες. Η πρώτη είναι ότι ανέβηκε σταδιακά η στάθμη της θάλασσας, η δεύτερη ότιυποχώρησε το έδαφος και η τρίτη ότι βυθίσθηκε από τσουνάμι.

Είναι υποτιτλισμένο. Πατήστε το "cc" στο κάτω μέρος της οθόνης προβολής.

Παρασκευή 23 Μαρτίου 2012

ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΣΤΗΝ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΗΣ 25ης ΜΑΡΤΙΟΥ 1821

πηγή: alfavita.gr
Επιμέλεια: Νίκος Νικολάου - Αντώνης Αγγελής

Τα σημαντικότερα γεγονότα της ελληνικής επανάστασης

Γενικά για την έναρξη και την πορεία της Επανάστασης του 1821
 «Όταν αποφασίσαμε να κάμουμε την Επανάσταση, δεν εσυλλογισθήκαμε, ούτε πόσοι είμεθα, ούτε πως δεν έχουμε άρματα, ούτε ότι οι Τούρκοι εβαστούσαν τα κάστρα και τας πόλεις, ούτε κανένας φρόνιμος μας είπε; «πού πάτε εδώ να πολεμήσετε με τα σιταροκάραβα βατσέλια». Αλλά, ως μια βροχή, έπεσε εις όλους μας η επιθυμία της Ελευθερίας μας και όλοι και οι κληρικοί και οι προεστοί και οι καπεταναίοι και οι πεπαιδευμένοι και οι έμποροι, μικροί και μεγάλοι, όλοι εσυμφωνήσαμε εις αυτόν το σκοπό και εκάμαμε την επανάσταση».Θεόδωρος Κολοκοτρώνης (Από το λόγο του στην Πνύκα στις 8 Οκτωβρίου 1838).
Η ελληνική επανάσταση του 1821, επικός απελευθερωτικός αγώνας, του επί αιώνες,  υπόδουλου ελληνικού λαού, υπήρξε ο πιο σημαντικός σταθμός της ιστορίας του Νεώτερου Ελληνισμού.
Σφράγισε την εθνική πορεία των Ελλήνων, αφού η επιτυχής τελική έκβασή του, μετά από εννιά χρόνια σκληρού, ηρωικού, αλλά και αιματηρού πολέμου, σε πολλά μέτωπα, σήμανε την ίδρυση, από το 1830, του ελληνικού κράτους και την ένταξη της Ελλάδος, ύστερα από πολλούς αιώνες, στον πολιτικό χάρτη των ανεξάρτητων κρατών της γης.
Και γύρω απ' αυτό το, αρχικά, μικρό κράτος, που δεν ανταποκρινόταν στις προσδοκίες και τις θυσίες των αγωνιστών του '21, θα συγκεντρωθεί σιγά-σιγά όλος ο Ελληνισμός για να πραγματοποιήσει τη νέα του ιστορική πορεία.
Ο αγώνας της εθνικής παλιγγενεσίας, μακροχρόνιος, άνισος, με κορυφώσεις ηρωισμού αλλά και με περιόδους κάμψης και κατάπτωσης, κατόρθωσε να σφυρηλατήσει την εθνική συνείδηση των Ελλήνων, να αναπτύξει την εθνική τους ενότητα και να εμπνεύσει τις επόμενες  γενιές για διαδοχικές εξορμήσεις και απελευθερώσεις ώστε να λάβει η Ελλάδα τη σημερινή της μορφή.
Ακόμη, σε καιρούς απογοήτευσης και δοκιμασίας, εμψύχωσε τους αλύτρωτους Έλληνες και τους έδωσε τη δύναμη για καρτερία και αντίσταση, μέχρι να μπορέσουν να πετύχουν κι αυτοί την εθνική τους αποκατάσταση και ένταξη στον εθνικό κορμό.
Ταυτόχρονα, υπήρξε κορυφαίο πολιτικό γεγονός και για την ίδια την ιστορία της Ευρώπης, αφού απασχόλησε την ευρωπαϊκή διπλωματία, ενεργοποίησε τις φιλελεύθερες συνειδήσεις, προκάλεσε το φιλελληνικό κίνημα, όπλισε με προσδοκίες τους ευρωπαϊκούς λαούς που αναζητούσαν την εθνική τους δικαίωση, παρέσυρε κυβερνήσεις μεγάλων δυνάμεων να ενδιαφερθούν, θετικά ή αρνητικά, και στο τέλος να υποχρεωθούν να συνεργασθούν και να συνυπογράψουν τα πρωτόκολλα για την ίδρυση του νεοελληνικού κράτους.
Η ελληνική επανάσταση παρουσίασε έντονες διακυμάνσεις κατά τα εννέα χρόνια της διάρκειάς της, με εναλλαγές επιτυχιών αλλά και αποτυχιών, εμφύλιους σπαραγμούς, μέχρι να μπορέσει να ισχυροποιηθεί και να αναγνωριστεί από τις εγγυήτριες δυνάμεις με την υπογραφή του Πρωτοκόλλου του Λονδίνου του 1830, που δημιούργησε το ανεξάρτητο ελληνικό κράτος.
Και ένα απόσπασμα από τον αυθεντικό λόγο του στρατηγού, Γιάννη Μακρυγιάννη:
».Τούτην την πατρίδα την έχομεν όλοι μαζί, και σοφοί και αμαθείς και στρατιωτικοί και οι πλέον μικρότεροι άνθρωποι. Όσοι αγωνιστήκαμεν, αναλόγως ο καθείς, έχομεν να ζήσωμεν εδώ. Το λοιπόν δουλέψαμεν όλοι μαζί, να την φυλάμεν κι όλοι μαζί. 
Και να μην λέγει ούτε ο δυνατός «εγώ», ούτε ο αδύνατος. Ξέρετε πότε να λέγη ο καθείς «εγώ»; Όταν αγωνιστή μόνος του και φκιάση ή χαλάση, να λέγη «εγώ». Όταν όμως αγωνίζωνται πολλοί και φκιάνουν, τότε να λέη «εμείς». Είμαστε εις το «εμείς» και όχι εις το «εγώ». Και εις το εξής να μάθωμεν γνώση, αν θέλωμεν να φκιάσωμεν χωριόν, να ζήσωμεν όλοι μαζί».


Τα σημαντικότερα γεγονότα της ελληνικής επανάστασης
1814-1820 Ιδρύεται στην Οδησσό η Φιλική Εταιρεία, από τον Νικόλαο Σκουφά, τον Αθανάσιο Τσακάλωφ και τον Πάτμιο Εμμανουήλ Ξάνθο, με αποκλειστικό σκοπό την προετοιμασία της επανάστασης. Γενικός Επίτροπος της «Ανωτάτης Αρχής της Φιλικής Εταιρείας» ανέλαβε, το 1820, ο Αλέξανδρος Υψηλάντης, αξιωματικός του τσαρικού στρατού.


Φεβρουάριος-Μάρτιος 1821 Ο Αλέξανδρος Υψηλάντης κηρύσσει στο Ιάσιο της Μολδαβίας, πνευματικό κέντρο του Ελληνισμού, την επίσημη έναρξη της επανάστασης στις παραδουνάβιες Ηγεμονίες, με τη συγκρότηση του Ιερού Λόχου. Είχε προηγηθεί η επαναστατική του προκήρυξη με τον τίτλο «Μάχου υπέρ πίστεως και πατρίδος».
Μετά τις πρώτες επιτυχίες, ο τσάρος αποκηρύσσει τον Αλέξανδρο Υψηλάντη και ο Ιερός Λόχος θα ηττηθεί τον Ιούνιο του 1821 στοΔραγατσάνι από υπέρτερες τουρκικές δυνάμεις. Τερματίζεται έτσι η επανάσταση στις παραδουνάβιες Ηγεμονίες.

25 Μαρτίου 1821 Συμβολική ημερομηνία έναρξης της ελληνικής επανάστασης. Ο επίσκοπος Παλαιών Πατρών Γερμανός ορκίζει τους επαναστάτες στη Μονή της Αγίας Λαύρας. Οι επαναστάτες είχαν εισέλθει από τις 23 Μαρτίου στην πόλη των Πατρών και κήρυξαν την επανάσταση στην πλατεία του Αγίου Γεωργίου. Ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, ο Παπαφλέσσας και ο Πετρόμπεης Μαυρομιχάλης απελευθερώνουν την Καλαμάτα από τους Τούρκους.
10 Απριλίου 1821 Η Πύλη προβαίνει σε αντίποινα. Απαγχονίζεται ο Πατριάρχης Γρηγόριος Ε' στην Κωνσταντινούπολη. Το σώμα του θα μεταφερθεί στην Οδησσό.

23-24 Απριλίου 1821 Ο Αθανάσιος Διάκος μάχεται ηρωικά στηνΑλαμάνα, συλλαμβάνεται από υπέρτερες δυνάμεις και βρίσκει ηρωικό, αλλά μαρτυρικό θάνατο. Μέρες αργότερα, ο Οδυσσέας Ανδρούτσος, μάχεται, και εμποδίζει, στο Χάνι της Γραβιάς, την πορεία των τούρκικων στρατευμάτων προς την Πελοπόννησο.
12-13 Μαϊου 1821 Η νίκη των Ελλήνων στο Βαλτέτσι ανοίγει το δρόμο για την κατάληψη της Τριπολιτσάς, στρατιωτικού και πολιτικού κέντρου της Πελοποννήσου.
26 Μαϊου 1821 Με την Πράξη της Συνέλευσης των Καλτετζών(μοναστήρι στην Αρκαδία), ιδρύεται η Πελοποννησιακή Γερουσία, με πρόεδρο τον Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη.
14 Ιουνίου 1821 Επανάσταση στην Κρήτη
9 Ιουλίου 1821 Οι Τούρκοι απαγχονίζουν στη Λευκωσία τον Αρχιεπίσκοπο Κύπρου Κυπριανό και αποκεφαλίζουν τους Μητροπολίτες Πάφου, Κιτίου και Κυρήνειας.

23 Σεπτεμβρίου 1821 Με την κατάληψη της Τριπολιτσάς (έδρας του πασά του Μορέως), εδραιώνεται η επανάσταση στην Πελοπόννησο. Δύο μήνες μετά, θα ιδρυθεί στο Μεσολόγγι, υπό την προεδρία του Αλέξανδρου Μαυροκορδάτου, ο «Οργανισμός της Δυτικής Χέρσου Ελλάδος».
13 Νοεμβρίου 1821 Απελευθερώνεται η Άρτα από τους Σουλιώτες οπλαρχηγούς Μάρκο και Νότη Μπότσαρη, τους αδελφούς Τζαβέλα κ.ά.
1 Ιανουαρίου 1822 Στην Α' Εθνοσυνέλευση στην Νέα Επίδαυρο, ψηφίζεται το πρώτο Σύνταγμα της Επανάστασης, γνωστό ως «Προσωρινό Πολίτευμα της Ελλάδος». Πρόεδρος του Εκτελεστικού εκλέγεται ο Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος.
30 Μαρτίου 1822 Καταστροφή της Χίου από τα τουρκικά στρατεύματα του Καπουδάν Πασά Καρά Αλή. Μια μαζική θυσία που θα εμπνεύσει προσωπικότητες της ευρωπαϊκής τέχνης και του πνεύματος, όπως ο Ντελακρουά και ο Βίκτορ Ουγκό και θα συγκινήσει την Ευρώπη, που θα δείξει περισσότερο ενδιαφέρον για τον ελληνικό Αγώνα. Τρεις μήνες αργότερα, ο Κωνσταντίνος Κανάρης θα πυρπολήσει και θα καταστρέψει την τουρκική ναυαρχίδα.


6 Ιουνίου 1822 Ο Χουρσίτ πασάς και ο Ομέρ Βρυώνης καταλαμβάνουν το Σούλι
29 Ιουνίου 1822 Ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης θα καταστρέψει στα Δερβενάκια την στρατιά του Μαχμούτ πασά ή Δράμαλη ανατρέποντας τα φιλόδοξά του σχέδια. Οι Έλληνες και αρκετοί φιλέλληνες θα ηττηθούν, λίγες μέρες μετά, στο Πέτα (κοντά στην Άρτα) από ισχυρές τουρκικές δυνάμεις.
Αύγουστος 1822 Η παρουσία του Γεωργίου Κάνιγκ, ως υπουργού Εξωτερικών της Αγγλίας σηματοδοτεί τη θετική μεταστροφή της αγγλικής πολιτικής απέναντι στο Ελληνικό Ζήτημα.
Δεκέμβριος 1822 Το Συνέδριο των αντιπροσώπων των μεγάλων Δυνάμεων στη Βερόνα, παρά τις προσπάθειες των Ελλήνων απεσταλμένων, δεν αναγνωρίζει την ελληνική Επανάσταση και την αποκηρύσσει με διακήρυξή του.
Ιανουάριος 1823 Νίκη των Ελλήνων στο Ναύπλιο, που ορίζεται έδρα της επαναστατικής κυβέρνησης.
Μάρτιος 1823 Η Αγγλία αναγνωρίζει τους Έλληνες ως εμπόλεμους αναγνωρίζοντας de facto και την ελληνική επανάσταση.
Μάρτιος-Απρίλιος 1823 Συγκαλείται στο Άστρος της Κυνουρίας η Β' Εθνική Συνέλευση των Ελλήνων 
12 Ιουλίου 1823. Ο φιλέλληνας, λόρδος Βύρων, φθάνει στο Αργοστόλι. Θα στηρίξει την επανάσταση και θα πεθάνει στο Μεσολόγγι τον Απρίλη του 1824. Στο Μεσολόγγι θα ταφεί και ο Μάρκος Μπότσαρης που πέθανε στη μάχη του Κεφαλόβρυσου Ευρυτανίας.

Φθινόπωρο 1823-Καλοκαίρι 1824Εμφανίζονται οι πρώτες αντιθέσεις ανάμεσα στο Νομοτελεστικό υπό τον Θ. Κολοκοτρώνη και τον Πετρόμπεη και το Βουλευτικό υπό τον Κουντουριώτη που σχηματίζουν δύο ξεχωριστές κυβερνήσεις. Είναι η απαρχή της πρώτης φάσης του εμφυλίου σπαραγμού που θα τερματιστεί τον Ιούνιο με την επικράτηση του Κουντουριώτη.
7-8 Ιουνίου 1824 Καταστροφή της Κάσου από τους Τουρκοαιγύπτιους, οι οποίοι, λίγες μέρες μετά, θα καταστρέψουν ολοσχερώς και τα Ψαρά.
29 Αυγούστου 1824 Ναυμαχία του Γέροντα και πυρπόληση της τουρκικής ναυαρχίδας.
15 Απριλίου 1825 Αρχίζει η δεύτερη πολιορκία του Μεσολογγίου από τον Κιουταχή και αργότερα και από τον Ιμπραήμ. Στις 10 Απριλίου 1826 θα γίνει η ηρωική έξοδος και η πτώση του Μεσολογγίου. Η θυσία του Μεσολογγίου προώθησε το ελληνικό ζήτημα όσο καμιά ελληνική νίκη και ο απόηχος των γεγονότων, αναζωπύρωσε το πνεύμα του φιλελληνισμού στην Ευρώπη.
5 Ιουνίου 1825 Ο Οδυσσέας Ανδρούτσος, δολοφονείται στην Ακρόπολη Αθηνών, θύμα της εμφύλιας διαμάχης.
3 Αυγούστου 1826 Ο Γκούρας κλείνεται με τους άνδρες του στην Ακρόπολη. Η πόλη παραδίδεται στον Κιουταχή.
11 Νοεμβρίου 1827 Η κυβέρνηση Ζαϊμη μεταφέρει την έδρα της στην Αίγινα.
19 Μαρτίου 1827 Με πρόταση του Κολοκοτρώνη ανατίθεται η ηγεσία του στρατού στον Church και των ναυτικών δυνάμεων στον Cochrane.
30 Μαρτίου 1827 Η Εθνοσυνέλευση εκλέγει τον Ιωάννη Καποδίστρια «κυβερνήτη της Ελλάδος» με επταετή θητεία.
22 Απριλίου 1827 Θανάσιμος τραυματισμός του Γεωργίου Καραϊσκάκη στη μάχη του Φαλήρου.

8 Οκτωβρίου 1827 Ναυμαχία του Ναβαρίνου. Ο ενωμένος συμμαχικός στόλος Αγγλίας, Γαλλίας και Ρωσίας καταστρέφει τον τουρκοαιγυπτιακό που βρισκόταν αγκυροβολημένος στον κόλπο του Ναβαρίνου, γεγονός που υπήρξε καταλυτικό στην εξέλιξη του Ελληνικού Ζητήματος. Οι τρεις προστάτιδες Δυνάμεις θα διαδραματίσουν πλέον καταλυτικό ρόλο στην γένεση του ανεξάρτητου νεοελληνικού κράτους.
 
8 Ιανουαρίου 1828 Άφιξη του κυβερνήτη Καποδίστρια στο Ναύπλιο. Ο λόγιος Θεόφιλος Καϊρης, προσφωνεί τον Ι. Καποδίστρια:
«.Χαίρε και Συ Κυβερνήτα της Ελλάδος, διότι μετά τοσούτον πολυχρόνιον αποδημίαν, επιστρέφεις εις την κοινήν πατρίδα, την βλέπεις, την χαιρετάς όχι πλέον δούλην και στενάζουσαν υπό τον ζυγόν, αλλ' ελευθέραν, αλλά δεχομένην σε Κυβερνήτην, και περιμένουσαν να Σε ίδη να οδηγήσης τα τέκνα της εις την αληθινήν ευδαιμονίαν και εις την αληθινήν δόξαν. Ζήθι! Αλλ' έχων ιερόν έμβλημα «ο Θεός και η δικαιοσύνη κυβερνήσουσι την Ελλάδα». Ζήθι! Αλλά κυβερνών ούτως ώστε να αισθανθή η πατρίδα, να καταλάβωμεν και ημείς, να επαναλάβη η αδέκαστος ιστορία, να αντηχήσωσιν όλοι οι αιώνες, ότι ου Συ, ουδέ ο υιός σου, ουδέ ο οικείος σου, ουδέ ο φίλος σου, ουδέ πνεύμα φατρίας, αλλ' αληθώς αυτός ο νόμος του Θεού, αυτό το δίκαιον, αυτοί της Ελλάδος οι θεσμοί κυβερνώσι την Ελλάδα δια Σου.».
3 Φεβρουαρίου 1830 Υπογράφεται από τις Μεγάλες Δυνάμεις το πρωτόκολλο του Λονδίνου, σύμφωνα με το οποίο δημιουργείται ανεξάρτητο ελληνικό κράτος με οροθετική γραμμή τη γραμμή Αμβρακικού-Παγασητικού. Στο νέο κράτος θα συμπεριληφθούν, με το Πρωτόκολλο της συνδιάσκεψης του Λονδίνου στις 30 Αυγούστου 1832, η Πελοπόννησος, η Στερεά Ελλάδα, η Εύβοια, οι Σποράδες, οι Κυκλάδες και τα νησιά του Αργοσαρωνικού κόλπου.
27 Σεπτεμβρίου 1831 Δολοφονείται στο Ναύπλιο ο Κυβερνήτης Ιωάννης Καποδίστριας.
25 Απριλίου 1832 Ο Όθων, δευτερότοκος γιος του βασιλιά της Βαυαρίας Λουδοβίκου, εκλέγεται κληρονομικός μονάρχης της Ελλάδος. Θα φθάσει στο Ναύπλιο στις 25 Ιανουαρίου 1833.

Συμμετοχή των νησιών στην Εθνεγερσία του 1821.
Η Ρόδος, επαρχία του Οθωμανικού κράτους, πρωτεύουσα του νησιωτικού συμπλέγματος, έδρα του Τούρκου διοικητή (βαλή) και βάση στρατευμάτων, με οθωμανικό πληθυσμό να κατοικεί μέσα στο Κάστρο, δεν θα μπορέσει να πάρει ενεργό μέρος στην επανάσταση του 1821. Συμβάλλει, όμως, στον αγώνα για την ανεξαρτησία του υπόδουλου Έθνους. Επίλεκτα μέλη της, μυούνται στη Φιλική Εταιρεία, με επικεφαλής τον Μητροπολίτη Αγάπιο. Όμως, το κίνημα που δημιουργήθηκε, προδόθηκε και οι μυημένοι σ' αυτό συλλαμβάνονται, βασανίζονται και φυλακίζονται.
Ροδίτες, σπουδαστές στην Ευρώπη, έμποροι της Αιγύπτου και όσοι έφυγαν από τη Ρόδο στην επαναστατημένη Ελλάδα, παίρνουν μέρος στην Επανάσταση ή βοηθούν οικονομικά τον Αγώνα.
Πάτμιος είναι ο Εμμανουήλ Ξάνθος, ένας από τους τρεις ιδρυτές της Φιλικής Εταιρείας, όπως επίσης Πάτμιος είναι και ο φλογερός απόστολος και αγωνιστής Δημήτριος Θέμελης, ο οποίος επισκέπτεται τα περισσότερα νησιά και μυεί όλα τα σημαίνοντα πρόσωπα στη Φιλική Εταιρεία, προετοιμάζοντας τον γενικό ξεσηκωμό.



Δημήτριος Θέμελης

Διοικητής της Ρόδου τα χρόνια της επανάστασης, (1822-1835), ήταν ο διαβόητος Μεχμέτ Σουκιούρμπεης, μπέης μουτεσαρίφης του σαντζακίου της Ρόδου, που η παράδοση περιγράφει ως τρομερό χριστιανομάχο, ανάλγητο και τυραννικό. Είχε αντικαταστήσει τον φιλέλληνα Γιουσούφ Βέη, που μετατέθηκε στη Χίο με τον τίτλο του πασά. Λέγεται ότι ο Σουκιούρμπεης καταγόταν από τη Μάνη, γόνος της αρχοντικής οικογένειας των Μαυρομιχαλαίων και αδελφός του Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη. Στη Ρόδο, διέμενε στη συνοικία του Νιοχωριού, στου «Μουσταφά Καπιτάνου το Σαράι», κοντά στη σχολή των «Φρέρηδων». Μικρό παιδί το πήραν οι Τούρκοι και τούρκεψε. Κι όπως ήταν έξυπνος ανέβηκε γρήγορα στα αξιώματα της Οθωμανικής αυτοκρατορίας. Ως ναύαρχος, επισκέφθηκε τη Μάνη, την πατρίδα του και τον υποδέχθηκε εθιμοτυπικά ο ίδιος ο αδελφός του ο Πετρόμπεης. Ζήτησε να δει τη γρια αρχόντισσα, τη Μαυρομιχάλαινα κι όταν βρέθηκε μπροστά της γονάτισε, της φίλησε το χέρι και της είπε ότι είναι ο χαμένος της γιος. Κι εκείνη, αγέρωχη αρχόντισσα του δήλωσε πως δεν μπορεί να έχει Τούρκο γιο και τον έδιωξε ασυγκίνητη.
Αλλά αν η Ρόδος δεν μπόρεσε να επαναστατήσει, τα άλλα μας νησιά ξεσηκώνονται και στέκονται αλληλέγγυα στο μαχόμενο Έθνος.
Πρώτη η Πάτμος υψώνει τη σημαία της Επανάστασης με υποκίνηση του Πάτμιου Πατριάρχη Αλεξανδρείας Θεόφιλου, ο οποίος κηρύχθηκε έκπτωτος για τη δράση υπέρ του αγώνα.
Τον Απρίλη του 1821 ξεσηκώνεται η Κάσος και θέτει στη διάθεση του αγώνα τη ναυτική της αρμάδα. Τα μέχρι τότε εμπορικά καράβια οπλίζονται με κανόνια κι αρχίζουν την πολεμική τους δράση. Τα κασιώτικα καράβια πλέουν προς τη Ρόδο με ξεδιπλωμένες τις επαναστατικές τους σημαίες και αρχίζουν τον κανονιοβολισμό του φρουρίου της, προκαλώντας πανικό στους Οθωμανούς του νησιού.
Την Κάσο ακολουθεί η Κάρπαθος, η Χάλκη, η Νίσυρος,  η Σύμη, η Τήλος, η Κάλυμνος, η Λέρος, η Κως, το Καστελλόριζο, η Αστυπάλαια, όλα τα Δωδεκάνησα σηκώνουν τη σημαία της λευτεριάς και διώχνουν τις τουρκικές φρουρές.
Στην Κω, στίφη φανατισμένων μουσουλμάνων ξεχύνονται στο νησί, σφάζουν, λεηλατούν και εξανδραποδίζουν. Τα νησιά φοβούνται αντίποινα. Και τότε, δυο κασιώτικα πολεμικά καράβια αναλαμβάνουν να περιπολούν νύχτα και μέρα το στενό της Ρόδου, άγρυπνοι φύλακες της Σύμης, της Χάλκης, της Τήλου και της Νισύρου.
Αλλά η κασιώτικη αρμάδα προσπαθεί να βοηθήσει και την Κρήτη, παίρνοντας τροφές, όπλα, εφόδια στο επαναστατημένο νησί και μεταφέροντας Κρητικούς πρόσφυγες στην Κάσο και την Κάρπαθο. Σ' εκείνες τις πολεμικές επιχειρήσεις θα σκοτωθεί, πολεμώντας ηρωικά, ο καπετάν Θεόδωρος Κανταριτζής, ένας από τους πιο δοξασμένους καπετάνιους της Κάσου.
Κι οι ναυτικές επιχειρήσεις των Κασιωτών γίνονται ολοένα και πιο παράτολμες. Καταστρέφουν τουρκικά πλοία μέσα στον κόλπο της Αττάλειας, επιχειρούν ριψοκίνδυνες επιδρομές στο Καστελλόριζο και ιδιαίτερα στο λιμάνι της Δαμιέττης της Αιγύπτου, με τον καπετάν Χατζη-Νικόλα Μακρή. Αιχμαλωτίζουν 36 πλοία γεμάτα τροφές, που τις μετέφεραν στη λιμοκτονούσα Κάσο, τα δε καράβια τα παρέδωσαν στην επαναστατική κυβέρνηση για να τα μετατρέψει σε πυρπολικά.
Το 1824, η αρμάδα του Μεχμέτ Αλή, μεταφέροντας χιλιάδες στρατιωτών, ανεβαίνει στο Αιγαίο. Οι Κασιώτες αντιλαμβάνονται ότι θα είναι ο πρώτος της στόχος, αλλά δεν πτοούνται. Οχυρώνουν το νησί σε όλα τα σημεία μιας πιθανής απόβασης των Τουρκοαιγυπτίων και εξοπλίζουν όλους, όσοι μπορούν να κρατήσουν όπλα, υπερήφανοι και αποφασισμένοι για τον έσχατο αγώνα και την αναπόφευκτη υπέρτατη θυσία. Η Κρήτη ήδη είχε πέσει και η επανάστασή της είχε καταπνιγεί στο αίμα.
Αρχές Μαϊου του 1824 κι ο εχθρικός στόλος ζώνει την Κάσο. Οι Τούρκοι προσπαθούν να βγουν και το ηρωικό νησί απαντά με τα κανόνια του.
Μα πόσο θα μπορέσει να αντέξει; Γράφουν στην κυβέρνηση και ζητούν απεγνωσμένα βοήθεια, περιγράφοντας την τραγική κατάσταση στην οποία βρίσκονται. Είναι η περίοδος του εμφύλιου σπαραγμού στην ηπειρωτική Ελλάδα, το δάνειο δεν έρχεται, οι ιδιωτικοί πόροι είναι πενιχροί και δεν επαρκούν ούτε για τις δικές τους ανάγκες. Η Κάσος θα μείνει μόνη.
Η εχθρική αρμάδα αφού ανασυντάχθηκε, ενισχυμένη από 35 ακόμα πλοία, αρχίζει την ασφυκτική της πολιορκία, από τη θάλασσα, με επικεφαλής τον Χουσεϊν μπέη. Είναι 27 Μαϊου του 1824, ημέρα Σάββατο. Η ώρα της θυσίας πλησιάζει.
Ακολουθούν φονικές μάχες και οι Τουρκοαιγύπτιοι αποβιβάζουν 200 άνδρες σε ερημική τοποθεσία του νησιού για να κυκλώσουν τους ηρωικούς μαχητές. Ο ίδιος ο Χουσεϊν βγήκε στη ξηρά με 2.000 στρατό.
Οι Κασιώτες πολεμιστές, με τους αρχηγούς τους, Ιωάννη Γρηγοριάδη κα Μάρκο Μαλλιαράκη, μετά από σφοδρή και άνιση μάχη, με πολλούς νεκρούς, υποχωρούν στα βουνά αφήνοντας τα χωριά στα χέρια των εχθρών. Οι Τουρκοαιγύπτιοι ρίχτηκαν στη σφαγή, την αρπαγή, τη λεηλασία και σε κάθε είδους κτηνωδία. 2.000 γυναικόπαιδα εξανδραποδίστηκαν και μεταφέρθηκαν για να πουληθούν στα σκλαβοπάζαρα της Ανατολής και της Αφρικής.
Ο καπετάν Μάρκος Μαλλιαράκης, που, με λίγους πολεμιστές, αντιστάθηκαν σθεναρά στα βουνά απέναντι σε 2.000 αιμοχαρείς τουρκοαιγύπτιους, πιάστηκε ζωντανός και οδηγήθηκε μπροστά στον πασά. Κατάφερε να λυθεί και να σκοτώσει τρεις Τούρκους. Μέχρι που χίμηξαν όλοι οι άλλοι πάνω του και με τις σπάθες τους τον κομμάτιασαν. Έτσι πέθανε ο Μάρκος, έτσι πατήθηκε η Κάσος. Η καταστροφή της θα συγκλονίσει την Ελλάδα.
Η κασιώτικη δημοτική μούσα θα τραγουδήσει εκείνο το χαλασμό, με το τραγούδι:
Μαύρο πουλάκι κάθεται στης Κάσου τ' αγριοβούνι,
βγάλλει φωνίτσα θλιερή και μαύρο μοιρολόι.
Μάνα, κλαμός και βουγκητός εις το νησί της Κάσου!
Η μάνα κλαίει το παιδί και το παιδί τη μάνα
κι ο αερφός την αερφή κι άουρος τηκ καλήτ του.
Μπας και πανούκλα πλάκωσε, μπας και σεισμός εϊνη;
Μηδέ πανούκλα πλάκωσε, μητέ σεισμός εϊνη,
Χουσεϊν πασιάς επλάκωσεν από την Αλεξάντρα.
Γίνονται στίβες τα κορμιά, τα αίματα ποτάμια.
Σφάζουν τους γέρους και τις γριές κι όλα τα παλικάρια
τις κοπελιές και τα μωρά στη φλότα τους μπαρκάρουν
σκλάβους να τους πουλήσουσι στης Μπαρμπαριάς τα μέρη.
Και μια απ' τις σκλάβες ήλεγε με θλιερή φωνίτσα.
Χίλια κι αν κάμεις, Χουσεϊν, χίλια κι αν μας πουλήσεις,
εμείς του Τούρκου το σπαθί 'εθ θα το φοηθούμε
για θα μας κόψεις ούλους μας, για λευτεριά θα 'ούμε.
Την κατάληψη της Κάσου ακολούθησε η κατάληψη της Καρπάθου, της Χάλκης, της Σύμης και των άλλων επαναστατημένων νησιών.
Τα πράγματα προχωρούν με γοργό ρυθμό. Ο αιγυπτιακός στόλος από 245 πλοία σε τρεις μοίρες, ξεκίνησε από την Αίγυπτο και φθάνει στην Ελλάδα. Η πρώτη μοίρα φθάνει στη Ρόδο, λίγο μετά και οι άλλες δύο, με τον Ιμπραήμ. Πολλά ξένα μεταγωγικά που συμμετέχουν έχουν διάφορες ευρωπαϊκές σημαίες. Η Ρόδος και η Μάκρη, απέναντι, είναι τα κέντρα όπου συγκεντρώνονται.
Πολλά θλιβερά επεισόδια διηγούνται για την έξοδο των πληρωμάτων στην πόλη. Οι κάτοικοι, κυρίως οι γυναίκες, κλείνονταν στα σπίτια, για να αποφύγουν τους βανδαλισμούς. Είναι οι λεγόμενοι «γαλουντζήδες» που μεθούσαν κι άρχιζαν τις βιαιότητες στις συνοικίες έως τα Τριάντα. Σκότωσαν τον πλοίαρχο Μάκρα με τρεις ναύτες και διαρπάσαν το καράβι του στο Μανδράκι.
Ο ελληνικός στόλος θα εκδικηθεί για την Κάσο και τα Ψαρά, που κι αυτά είχαν το ίδιο φρικτό τέλος, όταν, στις 29 Αυγούστου του 1824,  στον μικρασιατικό κόλπο του Γέροντα, απέναντι από την Κάλυμνο, θα δώσει τη μεγαλύτερη ναυμαχία της Επανάστασης.  Ο ναύαρχος Μιαούλης, παρά την αριθμητική υπεροχή του εχθρού, θα κάψει τα πλοία τους και θα πετύχει πρωτοφανή νίκη, προκαλώντας παραλήρημα χαράς στο λαό της Καλύμνου που υποδέχθηκε τους δοξασμένους ναυμάχους, όταν τα καράβια αγκυροβόλησαν, μετά τη ναυμαχία, στο νησί τους.
Απόσπασμα από δημοτικό τραγούδι της Κω, για το πώς έζησαν οι Κώοι τη ναυμαχία του Γέροντα. (Από τη συλλογή του Άγγλου νεοελληνιστή, R.M. Dawkins, Τραγούδια της Δωδεκανήσου, που κατέγραψε ο Κώος ιστοριοδίφης και συλλέκτης λαογραφικού υλικού, Ιάκωβος Ζαρράφτης)
...................
Δευτέρας το ξημέρωμα, κοντά το μεσημέρι,
οι Τούρκοι πέσαν άξαφνα βαριά αρματωμένοι,
να κατασφάξουν τορ ραγιάν, κανένας να μη μένη.
Άλλοι επέφτα στο γιαλό, και άλλοι στα πηγάδια
και άλλοι ξεκόφτα σαλ λαγοί στους βάτους, στα λιβάδια,
και άλλοι κόφτα στα βουνά, όσ' ήσαμ παλληκάρια,
όσ' είχαν δυνατήγ καρδιά κι ακούραστα ποδάρια
Κι εκεί που φεύγαν έλεγαν με μμάτια δακρυσμένα,
με χείλη στο παράπονον της πίκρας βουτισμένα.
Χριστέ, ας είχαμεγ κ' εμείς άρματα σαγ κ' εκείνους,
να πολεμούσαμεγ κ' εμείς μ΄ αυτούς τους Σαρακήνους!
Χριστέ, κι ας είχαμε σπαθιά, τουφέκια και κοντάρια,
να πολεμούσαμε κ' εμείς σαγ κι άλλα παλληκάρια.
Χριστέ, κι ας ήτο βολλετόν κι εμείς ν' αρματωθούμεν,
να δούσι οι Σαρακηνοί κ' εμείς πώς πολεμούμεν.
Μα τώρα οι Αγαρηνοί μας σφάζαν σαν θρεφτάρια,
παιδιά με μάνες και κυρούς, κόρες και παλληκάρια.
Τες πόρτες σπούσι καθενός, τα έχει μας μάς παίρνουν,
τες εκκλησιές μας γδύνουσι, και τους παπάδες γδέρνουν,
κοιλιές μανάδων σχίζουσι και τα μωρά σκοτώνουν,
τους γέρους καίουν ζωντανούς και τους τρυποσουβλώνουν.
Τα παλληκάρια ξέγκωνα, εκεί που θα τα βρούνε,
εις τα παλούκια ζωντανά απάνω τα περνούνε.
Τες όμορφες, τες ακριβές, που δεν τες είδε μμάτι,
πο τα μαλλιά τες σέρνουνε για ένα μας γινάτι.
...................
Το τελειωτικό κτύπημα στους τουρκοαιγύπτιους, δόθηκε, όταν ο ενωμένος στόλος της Αγγλίας, της Γαλλίας και της Ρωσίας έστειλε τα πλοία τους στο βυθό του κόλπου του Ναβαρίνου και αναπτέρωσε τις ελπίδες των Ελλήνων που, μετά τους εμφυλίους πολέμους, βρέθηκε με την επανάσταση στο χείλος της καταστροφής.
Το Πρωτόκολλο του Λονδίνου του 1830 επικύρωσε την ανεξαρτησία του ελληνικού κράτους, που η Ελλάδα είχε κερδίσει, με το αίμα των ηρωικών αγωνιστών της στα πεδία των μαχών αλλά που πέρασε από τις συμπληγάδες πέτρες του διπλωματικού παρασκηνίου και της «μάχης», για πολιτική επικράτηση, των λεγόμενων «προστάτιδων δυνάμεων» επί του νεοσύστατου ελληνικού κράτους.

Συνθήκες δημιουργίας και επέκτασης των ορίων του Ελληνικού Κράτους
Ιόνια νησιά
23 Σεπτεμβρίου 1864
Με ψήφισμα της Βουλής της Επτανήσου πραγματοποιείται η Ένωση με το ελληνικό κράτος. Είχε προηγηθεί η παραίτηση της Μεγάλης Βρετανίας από το δικαίωμα προστασίας των Επτανήσων.
Προσάρτηση Θεσσαλίας-Άρτας
20 Ιουνίου 1881 Με τη σύμβαση της Κωνσταντινούπολης η Ελλάδα προσαρτά τη Θεσσαλία, πλην της Ελασσόνας, και την περιοχή της Άρτας.
Προσάρτηση Μακεδονίας, Ηπείρου, Κρήτης, νησιών Αιγαίου
17 Μαϊου 1913 Με τη συνθήκη του Λονδίνου, η Αλβανία γίνεται αυτόνομο κράτος και τα σύνορα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας ορίζονται στη γραμμή Αίνου-Μηδείας.
28 Ιουλίου 1913 Μετά τους νικηφόρους Βαλκανικούς πολέμους, με τη συνθήκη του Βουκουρεστίου, προσαρτάται η Ανατολική Μακεδονία
31 Ιανουαρίου 1914. Με διακοίνωση των ευρωπαϊκών δυνάμεων, η Ελλάδα προσαρτά τα νησιά του Αιγαίου, εκτός από την Ίμβρο και την Τένεδο.
Προσάρτηση Δυτικής Θράκης
14 Νοεμβρίου 1919 Παραίτηση Βουλγαρίας από τη Δυτική Θράκη
28 Ιουλίου 1920 Συνθήκη των Σεβρών. Παραχωρείται στην Ελλάδα η Ανατολική Θράκη έως την Τσατάλτζα, η Ίμβρος, η Τένεδος και η περιοχή της Σμύρνης. Την ίδια μέρα με την υπογραφή της συνθήκης της Θράκης, παραχωρείται στην Ελλάδα η Δυτική Θράκη.
14 Ιουλίου 1923 Με τη συνθήκη της Λωζάνης, η Ελλάδα διατηρεί τη Δυτική Θράκη, αλλά χάνει την περιοχή της Σμύρνης, την Ίμβρο και την Τένεδο.
Προσάρτηση της Δωδεκανήσου
10 Φεβρουαρίου 1947 Με τη συνθήκη των Παρισίων, τα Δωδεκάνησα παραχωρούνται στην Ελλάδα. Ο Νόμος 518/1948, με συμβολική ημερομηνία έναρξης ισχύος την 28η Οκτωβρίου 1947, αποτελεί τη ληξιαρχική πράξη της Ενσωμάτωσης της Δωδεκανήσου στην Ελλάδα. Ο τελετουργικός εορτασμός ορίζεται στις 7 Μαρτίου 1948.


Παρασκευή 25 Νοεμβρίου 2011

25 Νοεμβρίου 1942 Η ΑΝΑΤΙΝΑΞΗ ΤΗΣ ΓΕΦΥΡΑΣ ΤΟΥ ΓΟΡΓΟΠΟΤΑΜΟΥ





   Το κορυφαίο   γεγονός   της Ελληνικής Εθνικής Αντίστασης του Ελληνικού Λαού στην Νεότερη Ιστορία είναι η Ανατίναξη της Γέφυρας του Γοργοποτάμου, από τις ενωμένες αντιστασιακές οργανώσεις του Ε.Α.Μ και του Ε.Δ.Ε.Σ  την νύχτα της 25ης Νοεμβρίου 1942.

  Τον Σεπτέμβριο του 1942 Aγγλικό κλιμάκιο με αρχηγό το συνταγματάρχη Μαγερς αποβιβάζεται κρυφά στην Ελλάδα, έρχεται σε επαφή με τις διάφορες αντάρτικες ομάδες και κατορθώνει να συντονίσει τις ενέργειες τους. Αποτέλεσμα του συντονισμού αυτού ήταν η ανατίναξη της Γέφυρας του Γοργοποτάμου.

      Στην ανατίναξη έλαβαν μέρος  120 άνδρες του Ε.Α.Μ. , 65 του Ε.Δ.Ε.Σ  και 12 Αγγλοι κάτω από την προσωπική καθοδήγηση του Αρη Βελουχιώτη και του Ναπολέοντα Ζέρβα.

Η ανατίναξη της γέφυρας του Γοργοποτάμου καθυστέρησε για αρκετές εβδομάδες τον ανεφοδιασμό των Γερμανών που μάχονταν στην Αφρική για ένα τουλάχιστον πολύτιμο μήνα, έδωσε το έναυσμα να φουντώσει το αντάρτικο στα βουνά της Ρούμελης, ανύψωσε το ηθικό των Ελλήνων και καταξίωσε τον ένοπλο αγώνα στην συνείδηση των συμμάχων.


ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΤΗΣ ΑΝΑΤΥΝΑΞΗΣ
 
  Το δειλινό της 28ης Σεπτεμβρίου 1942 απογειώθηκαν απ'  το Aγγλοκρατούμενο Κάιρο τρία  αεροπλάνα. Επιβάτες τους δεν ήταν άλλοι παρά 12 Αγγλοι Σαμποτέρ. Στις αποσκευές τους είχαν 150 κιλά εκρηκτικά , ασυρμάτους εφόδια, και τα αλεξίπτωτά τους. Προορισμός τους κάπου στην ορεινή Στερεά Ελλάδα. Αρχηγός της «επιχείρησης Χάρλιγκ» ορίστηκε ο συνταγματάρχης Έντυ Μάγιερ και υπαρχηγός ο ταγματάρχης Κρις Γουντχάουζ. Ανάμεσά τους και ένας Έλληνας, ο Θέμης Μαρίνος. Αντικειμενικός σκοπός της επιχείρησης, η συνεργασία με Έλληνες αντάρτες για την ανατίναξη μιας εκ των σιδηροδρομικών γεφυρών Γοργοποτάμου, Ασωπού, Παπαδιάς , που βρίσκονται στην ορεινή περιοχή της Λαμίας. Πίστευαν έτσι ότι θα καθυστερήσουν τον ανεφοδιασμό των Γερμανικών στρατευμάτων του Ρόμελ που προήλαυνε στη Αφρική (Africa Korps).  
 
    Για   τα σημεία πτώσης των αλεξιπτωτιστών - Σαμποτέρ είχαν γίνει προηγουμένως συνεννοήσεις μέσω ασυρμάτου με Έλληνα πράκτορα (Προμηθέας 2). Τα αεροπλάνα όμως το ίδιο βράδυ δεν μπόρεσαν να αναγνωρίσουν τα οπτικά σήματα (φωτιές ιδιαίτερου σχήματος) και επέστρεψαν στο Κάιρο. Στις 30 Σεπτεμβρίου επιχείρησαν πάλι και οι Σαμποτέρ των δυο αεροπλάνων πήδηξαν κοντά στο χωριό Καρούτες (πάνω απ'  την Αμφισσα) της Γκιώνας.  Το τρίτο αεροπλάνο γύρισε στο Κάιρο και επέστρεψε με τους αλεξιπτωτιστές στις 27 Οκτωβρίου.
 
    Οι Σαμποτέρ μετά από περιπλανήσεις ήρθαν σε επαφή με τους αντάρτες των 2 κυριοτέρων αντιστασιακών οργανώσεων: του ΕΛΑΣ υπό τον Άρη Βελουχιώτη και του ΕΔΕΣ υπό τον Ναπολέοντα Ζέρβα.  Κατέστρωσαν το σχέδιο ανατίναξης της γέφυρας στον Γοργοπόταμο και το βράδυ της 25ης προς  26η Νοέμβριου 1942 ξεκίνησε η επιχείρηση. Τη φρουρά της γέφυρας αποτελούσαν 100 περίπου Ιταλοί και 3-4 Γερμανοί με βαριά πολυβόλα και οπλοπολυβόλα. Οι αντάρτες ήταν περίπου 150 με αριθμητική υπεροχή των Eλασιτών .
 
    Στις 11 το βράδυ όλα τα τμήματα βρίσκονταν στις θέσεις τους. Έκοψαν τα τηλεφωνικά σύρματα και δόθηκε με πυροβολισμό το σύνθημα  έναρξης της μάχης. Παράλληλα ξεκίνησε και το έργο των Σαμποτέρ οι οποίοι υπονόμευσαν με εκρηκτικά τις γραμμές του τρένου και τους πυλώνες της γέφυρας. Γύρω στις 1.30 σημειώθηκε η πρώτη έκρηξη. Την ώρα εκείνη κατέφθανε μια αμαξοστοιχία με ενισχύσεις απ'  τη Λαμία (Λιανοκλάδι).Το τρένο είχε μπει στη γέφυρα ,όταν έγινε η έκρηξη και συνετρίβει μαζί με ένα τμήμα της. Λίγο αργότερα σημειώθηκε και δεύτερη έκρηξη και έτσι ολοκληρώθηκε η καταστροφή με επιτυχία .
 
    Οι αντάρτες με ελάχιστες απώλειες  συμπτύχθηκαν ικανοποιημένοι στο χωριό Μαυρολιθάρι  όπου γιόρτασαν την νίκη. Οι απώλειες των Ιταλών ήταν 7 νεκροί, 5 τραυματίες και 2 αιχμάλωτοι. Μετά από λίγες ημέρες ,σε αντίποινα οι Γερμανοί εκτέλεσαν 26 Έλληνες από τα γύρω χωριά .
 
    Η σημασία  της ανατίναξης της γέφυρας ήταν τεράστια . Κατ'  αρχήν  απέκοψε μια απ'  τις αρτηρίες ανεφοδιασμού του Ρόμελ και διευκόλυνε τις επιχειρήσεις των συμμάχων στο μέτωπο της Αφρικής . Έπειτα έδωσε στους Γερμανούς να καταλάβουν ότι το αντάρτικο που είχαν υποτιμήσει, φούντωνε και για το λόγο αυτό καθήλωσαν στην Ελλάδα μεραρχίες οι οποίες θα τους χρησίμευαν σε αλλά  κρίσιμα μέτωπα (π.χ. Αφρική, Ρωσία).
 
    Η σημαντικότερη όμως   συνέπεια έχει να κάνει με τον κλιμακούμενο αγώνα του ελληνικού λαού. Η ανατίναξη ενίσχυσε το ηθικό των Ελλήνων και τους δημιούργησε την αισιόδοξη βεβαιότητα ότι ενωμένοι θα μπορούσαν να πετύχουν πολλά στον αγώνα εναντίον των κατακτητών.
 



 Γοργοπόταμος και εθνική Αντίσταση - Ντοκιμαντέρ,

Κυριακή 3 Απριλίου 2011

Ο Δοκός

Ο Δοκός είναι νησί του Αργοσαρωνικού το οποίο βρίσκεται απέναντι από την Ερμιόνη, στο στενό ανάμεσα Ύδρας, Ερμιόνης και Σπετσών.

Ιστορία

Στην αρχαιότητα ονομαζόταν Απεροπία, λόγω της άπειρης θέας που της προσφέρει η στρατηγική της θέση, με αυτό το όνομα αναφέρεται και από τον Παυσανία.[1] Το Δοκός, το απέκτησε κατά την Βυζαντινή περίοδο καθώς αποτελεί πέρασμα για την Ύδρα αλλά και για την Ερμιόνη, για την δεύτερη δε μέσω του Βούπορθμού όπως ονομαζόταν στην αρχαιότητα η σημερινή χερσόνησος Μουζάκι στην ηπειρωτική πλευρά του περάσματος. Είναι ένα από τα λίγα ελληνικά νησιά γένους αρσενικού. Το νησί είναι ορεινό, βραχώδες, με υψόμετρο 308 μ. και ανέκαθεν αποτελούσε ένα καλά κρυμμένο στρατηγικό σημείο. Στην ανατολική του πλευρά υπάρχουν τα ερείπια ενός μεγάλου Βυζαντινού - Ενετικού κάστρου. Στα χρόνια της επανάστασης του 1821 χρησιμοποιήθηκε από τον στόλο της Ύδρας σαν χειμερινό αγκυροβόλιο.

Πληθυσμός

Ο Δοκός στην απογραφή του 2001 βρέθηκε να έχει 43 κατοίκους. Την επισκέπτονται κάθε χρόνο φυσιολάτρες όπου απολαμβάνουν ελεύθερο κάμπινγκ στην βόρεια παραλία της.

Αρχαιολογία

Το νησί σύμφωνα με αρχαιολογικές έρευνες είχε κατοικηθεί από την εποχή του χαλκού, πριν 6.000 χρόνια. Λείψανα της εποχής εκείνης βρέθηκαν κατά μήκος όλης της παραλίας. Το 1975 βρέθηκε κοντά στην ακτή το αρχαιότερο γνωστό ναυάγιο χρονολογημένο μεταξύ 2500-2000 π.Χ.[2]

Ιστορική λαογραφία

Η παρακάτω ιστορία είναι καταγεγραμμένη ως ιστορικό γεγονός και στοιχείο της λαογραφίας, σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να εκληφθεί ως σκωπτικό σε πρόσωπα, καταστάσεις ή τόπους αλλά και ούτε για τέτοια χρήση από αναγνώστη προορίζεται.
Μετά τον ερχομό του Όθωνα και της ενηλικίωσής του, που ανέλαβε πλήρως τα καθήκοντά του ως «Βασιλεύς της Ελλάδος» ζήτησε από διοικητικούς τεχνοκράτες της εποχής (Βαυαρούς και Έλληνες) να προβούν σε νέα πληρέστερη διοικητική διαίρεση της Ελληνικής επικράτειας έτσι ώστε ο χώρος να διοικείται ορθότερα.
Τότε λοιπόν μεταξύ πολλών άλλων περιοχών δημιουργήθηκε μέγα πρόβλημα στη κατανομή εδαφών ελεύθερων όπως ήταν και η νήσος Δοκός μεταξύ των επαρχιών της Πελοποννήσου, Ύδρας και Σπετσών. Τότε αποφασίσθηκε να δώσουν τη λύση οι ίδιες οι τοπικές κοινωνίες και να υποβάλουν εισηγήσεις. Όταν όμως έμαθαν στην Ύδρα, οι Υδραίοι το πρόβλημα που αντιμετώπιζε το νεοσύστατο Βασίλειο, στη συγκέντρωσή τους κάποιος πετάχτηκε και είπε: -Μωρέ είναι δυνατόν ο Δοκός ν΄ ανήκει στους Σπετσιώτες; Εκεί ορέ θα αναστηθούν οι πατεράδες μας και οι παππούδες μας δεν ακούτε τον παπά κάθε Κυριακή που λέει, «Προς δοκό ανάστασιν νεκρών» αυτό δε λέει; Έ αυτό ήταν! Σε μας ανήκει το νησί!
Εν τω μεταξύ μαθαίνουν και οι Σπετσιώτες το λόγο που επιμένουν οι Υδραίοι και πράγματι συμφωνούν ως προς αυτόν (!), αλλά ασφαλώς όχι να ανήκει στην Ύδρα. Τι να κάνουν όμως δεύτερη Ναυμαχία των Σπετσών; Είχαν λιγότερα σκάφη από τους Υδραίους οι οποίοι για να φέρουν το θέμα ως τετελεσμένο αποφάσισαν όλοι να ρυμουλκήσουν το νησί μπροστά στην Ύδρα. Την επόμενη μέρα 35 πλοία άρχισαν να ρυμουλκούν το Δοκό ενώ λιγότερα των Σπετσιωτών να αγαντάρουν από την άλλη πλευρά πασσαλώνοντας την ακτή και ρίχνοντας τις προσδεμένες σ΄ αυτά άγκυρες στη Θάλασσα!
"Μόλα" οι μεν "αγάντα" οι δε».
Το εγχείρημα μαθεύτηκε στην Αθήνα!
Μόλις άκουσε τα δρώμενα ο Όθωνας που έσπευσαν κάποιοι να τον ενημερώσουν έδωσε αμέσως εντολή σε καθηγητές να σπεύσουν και να ερμηνεύσουν στους Υδραίους και στους Σπετσιώτες τους λόγους του ακατόρθωτου επιχειρήματος.
Όταν δε έφθασαν οι καθηγητές στην Ύδρα οι Υδραίοι λίγο έλειψε να τους πετάξουν στη θάλασσα για τον λόγο ότι δήθεν είναι πληρωμένοι από τους άλλους, όταν δε έφθασαν στις Σπέτσες οι Σπετσιώτες αρνήθηκαν να τους ακούσουν αφού δεν σταματούσαν τη ρυμούλκηση πρώτα οι Υδραίοι. Δύο βδομάδες κράτησε η υπόθεση μέχρι που το τότε Υπουργείο των Ναυτικών έστειλε την κορβέτα ΨΑΡΑ που με άσφαιρες βολές εξανάγκασε τους εμπλεκόμενους σε άμεση λύση του εγχειρήματος.
Σήμερα η Δοκός ανήκει στην επαρχία Ερμιονίδας.

Σημειώσεις

Λεπτομερείς ναυτιλιακές πληροφορίες για τη Δοκό παρέχει ο Ελληνικός Πλοηγός 2ος τόμος και ιδιαίτερα ο ΧΕΕ-130 που καλύπτει όλες τις ΒΑ. ακτές της Πελοποννήσου και τον Αργολικό Κολπο. Στο ανατολικό άκρο του νησιού λειτουργεί φάρος, ο οποίος χτίστηκε το 1923 [3]

Παραπομπές


Σάββατο 2 Απριλίου 2011

Ύδρα

Ύδρα



Τόπος και ιστορική προσέγγιση

Η Ύδρα, βραχώδες άγονο νησί, εκτείνεται κατά μήκος της Αργολικής χερ­σονήσου από την οποία απέχει περί τα έξι ναυτικά μίλια προς Νότο. Το μήκος της από Α προς Δ φθάνει τα 20 χλμ., το δε πλάτος της ποι­κίλλει από 1 1/2 έως 6 χλμ. (συνολικό εμβαδόν 52 τετρ. χλμ.). Το ορεινό του τόπου, με τη συνεχή παράθεση απότομων βράχων και με υψηλότερο βουνό το Έρε (υψ. 592 μ.), η φυ­σική επομένως αυτή ευκολία για αμυντική οχύρωση, καθόρισε και την ιστορική πορεία του νησιού δια μέσου των αιώνων.

Χάρτης της Ύδρας σχεδιασμένος από τον γεωγράφο Αντώνιο Μηλιαράκη (19ος αιώνας)
Παρότι η αρχή της εποίκισης στο νησί, σύμφωνα με τα αρχαιολογικά δεδομένα (επιφα­νειακά ευρήματα, θραύσματα αγγείων, κατάλοιπα οικισμού στη θέση Επισκοπή κ.λπ.), ανάγεται στους πολύ προ της ομηρικής περιόδου χρόνους, ήδη δηλαδή στην Ύστερη Νεο­λιθική εποχή (3000 – 2600 π.Χ.), η Ύδρα φαίνεται ότι δεν κατάφερε, στους αιώνες που ακολούθησαν, να εξελιχθεί σε τόπο κοινωνικά και ιστορικά συγκροτημένο.
Κατά την πρώιμη αρχαιότητα ο ιστορικός της ρόλος εξακολουθεί να παραμένει ασήμα­ντος: το πιθανότερο είναι να υπαγόταν στη δικαιοδοσία του, πανίσχυρου τότε, Βασιλείου των Μυκηνών (Ομήρου Ιλιάς, στ. 100-109) από το οποίο γύρω στα 560 π.Χ. περιήλθε αρ­χικά στους Ερμιονείς μέχρι το 525 π.Χ. οπότε, σύμφωνα με ιστορική μαρτυρία του Ηροδό­του, αγοράστηκε «αντί εκατό ταλάντων» από Σάμιους πολιτικούς φυγάδες για να παραδο­θεί αργότερα από αυτούς στους Τροιζηνίους που επιμόνως επιζητούσαν την κατοχή της κυρίως για λόγους καλλιέργειας και βοσκής των αιγοπροβάτων τους.
Η Υδρέα λοιπόν, όπως την ονομάζει ο Ηρόδοτος, γίνεται γρήγορα τόπος εγκατάστασης και διαμονής Δρυόπων αγροτών, βοσκών και ψαράδων, ανθρώπων σκληροτράχηλων χωρίς ιδιαίτερες φιλοδοξίες και αναζητήσεις πέραν των στενών ορίων του τόπου τους. Ιστορικοί της αρχαιότητας σπανίως κάνουν μνεία του ονόματός της: μεταξύ αυτών συγκαταλέγονται ο Ηρόδοτος (Γ’ 19), ο Γεωγράφος Πτολεμαίος (Δ’ 3.34), ο περιηγητής Παυσανίας (Β’ 43,9) και οι λεξικογράφοι Στέφανος ο Βυζάντιος (6ος αι. π.Χ.) και Ησύχιος (5ος αι. π.Χ.). Έως και τον 18ο αιώνα μ.Χ. την συναντάμε με το όνομά της παραλλαγμένο σε Sidra, Cidia, Uder, Sidre, Sidera, Sidero και Νύδρα ενώ δεν έχει ακόμη οριστικά διευκρινιστεί ο χρόνος καθιέρωσης του νησιού με το σημερινό του όνομα καθώς και η ετυμολογία του ονόματος Ύδρα.

Βυζαντινοί χρόνοι μεσαίωνας

Χωρίς ιδιαίτερη ιστορική παρουσία η Ύδρα στη μεσαιωνική περίοδο, φθάνει έτσι ασήμα­ντη μέχρι και τους πρώτους μεταβυζαντινούς χρόνους, ακολουθώντας την τύχη κοντινών μεγάλων πόλεων στων οποίων τη δικαιοδοσία ανήκε με τον ένα ή τον άλλο τρόπο. Πολιτι­κά και πολιτιστικά πρέπει να σημειωθεί ότι της ανήκε (όπως και σήμερα άλλωστε) η γει­τονική νήσος του Δοκού, η Απεροπία των αρχαίων.
15ος αιώνας
Οι απαρχές του 15ου αιώνα βρίσκουν την Ύδρα, αθόρυβη πάντα ιστορικά, κατοικημένη από λίγες γεωργικές και ποιμενικές οικογένειες. Από το 1460 ωστόσο και εξής αρχίζει η πρώτη έντονη εποικιστική κίνηση και η εγκατάσταση στην Ύδρα Αλβανών φυγάδων, οι οποίοι πολεμώντας ως «stradioti» στο πλευρό των Ενετών κατά τη διάρκεια του δεκα­εξάχρονου Ενετοτουρκικού πολέμου (1463-1479), κυνηγημένοι από την πολεμική λαίλαπα των ορδών του Τούρκου Σουλτάνου Μωάμεθ Β’ του Πορθητού και ανήμποροι να υπερασπιστούν την ήδη κατακτημένη από τους Οθωμανούς Πελοπόννησο, βρίσκουν, μετά από εναγώνια αναζήτηση, εγκατάσταση και σωτηρία σε τόπους κοντινούς, ορεινούς και δυσπρόσιτους, όπως την Ύδρα. Είναι ακριβώς η εποχή που αρχίζει η ανοικοδόμηση και η δη­μιουργία της σημερινής πόλης της Ύδρας με πρώτο οικιστικό πυρήνα της τον λόφο της Κιάφας, προφανώς για λόγους ασφάλειας των κατοίκων από πιθανούς επιδρομείς πειρατές (αλβανικά κιάφα = κεφαλή ή κορυφή).
16ος – 17ος αιώνας
Εν τω μεταξύ ο πολεμικός αναβρασμός στις περισσότερες ελληνικές περιοχές σε συνδυα­σμό με την εμφάνιση της πειρατείας στη Μεσόγειο συμβάλλουν στη δημιουργία ακόμη εντονότερου εσωτερικού εποικισμού. Στα χρόνια που ακολουθούν η Ύδρα δέχεται κατά διαστήματα εποικίσεις διαφόρων οικογενειών, κυρίως ελληνικών, από την Ήπειρο (οικογέ­νεια Λαζάρου και Ζέρβα μετέπειτα Κοκκίνη και Κουντουριώτη), από την Κύθνο (οικογέ­νεια Μπαρού μετέπειτα Ραφαλιά, οικογένειες Νέγκα, Γκίκα, Γκούμα), από τα Βουρλά της Σμύρνης (οικογένεια Γιακουμάκη μετέπειτα Τομπάζη), από την Εύβοια (οικογένεια Βώκου μετέπειτα Μιαούλη, οικογένειες Κριεζή, Μπουντούρη), από το Κρανίδι (οικογένεια Τσαμα­δού), από την Επίδαυρο (οικογένεια Οικονόμου) και από πλήθος άλλες ελληνικές περιοχές.
18ος αιώνας
 Ένα νέο εποικιστικό κύμα έρχεται να εισβάλει στο νησί κατά τη διάρκεια των Ενετοτουρκικών (1700-1715) και του Ρωσοτουρκικού πολέμου (1768-1774) ενώ έως και την περίοδο που ξεσπά η Επανάσταση και ιδιαίτερα κατά τη διάρκειά της, η Ύδρα δέχε­ται διαρκώς εποίκους εξαιτίας της συνεχούς κοινωνικής και πολιτιστικής της ανέλιξης. Γί­νεται συνεπώς πλήρως κατανοητό, γιατί η στιγμή της έναρξης του αγώνα στα 1821 βρήκε το μικρό και μέχρι πρότινος ασήμαντο αυτό νησί του Αργοσαρωνικού, να αριθμεί περί τους 27.000 κατοίκους. Η δημογραφική αυτή «επανάσταση» είχε ασφαλώς τις θετικές και τις αρνητικές της συνέπειες όσον αφορά την εξέλιξη της υδραϊκής κοινωνικής πορείας: από τις θετικότερες υπήρξαν η προώθηση της ανάπτυξης του εμπορίου και – κυριότατα – η ανά­πτυξη και η αλματώδης εξέλιξη της ναυτιλίας στην Ύδρα.


Άποψη της Ύδρας στα τέλη του 18ου αιώνα. Castellan “Lettres sur la Morée”, Paris 1808.

Ναυτιλία – Εμπόριο
Με την παραχώρηση ειδικών ναυτικών προνομίων από τους Οθωμανούς, η Ύδρα γνώρι­σε πράγματι μεγάλη άνθηση στον τομέα της ναυτιλίας και – συνεπακόλουθα αυτής – του εμπορίου: με τις κατασκευές των πρώτων μεγάλων πλοίων, των «λατινάδικων», χωρητικότητας 150-200 τόννων και αργότερα των «βρικιών» (παρώνων) και των «βρικογολεττών», πιο προσαρμοσμένων αυτών στις ανάγκες της Ανατολικής Μεσογείου, χωρητικότη­τας 250-300 τόννων και άνω, οι Υδραίοι, όπως άλλωστε και οι Σπετσιώτες, οι Ψαριανοί και οι Κασιώτες και άλλοι τολμηροί νησιώτες, κυριάρχησαν στις θάλασσες φθάνοντας στο απόγαιο της εμπορικής τους δραστηριότητας, γεγονός στο οποίο συνέβαλε τα μέγιστα και η Ρωσοτουρκική Συνθήκη του Κιουτσούκ Καϊναρτζή (1774) η οποία τους εξασφάλιζε την ελεύθερη ανά τη Μεσόγειο ναυσιπλοΐα  υπό την προστασία της Ρωσικής σημαίας.
Οι Ναπολεόντειοι πόλεμοι που ακολούθησαν τη Γαλλική Επανάσταση του 1789, δίνουν στην Ύδρα την τελευταία μεγάλη εμπορική «ευκαιρία»: Υδραίοι καραβοκύρηδες, εκμεταλ­λευόμενοι την αδυναμία ενασχόλησης των εμπόλεμων Δυτικοευρωπαίων με το εμπόριο, λόγω του αποκλεισμού των λιμανιών της Δυτικής Μεσογείου από τους Άγγλους, τα τροφο­δοτούν κρυφά με σιτάρι και άλλα αγαθά με αποτέλεσμα οι δυνατότητες εύκολου και άμε­σου πλουτισμού να τους καταστήσουν σύντομα «κυρίαρχους του εμπορικού παιχνιδιού».

Οικονομία

Η υδραϊκή κοινωνία αποκτά αμύθητα κέρδη που αρχίζουν να συσσωρεύονται ελλείψει άλλου χώρου – και όπως η παράδοση θέλει – ακόμα και στις στέρνες των μεγάλων αρχο­ντικών του νησιού. Η ευπορία αυτή ενισχύθηκε ακόμη περισσότερο από την παραχώ­ρηση σημαντικών προνομίων εκ μέρους της Υψηλής Πύλης: ήδη από το 1778 ο Σουλτάνος Αβδούλ Χαμήτ παραχωρούσε με ειδικό διάταγμα το προνόμιο της αυτοδιοί­κησης στην Ύδρα σε ένδειξη αναγνώρισης των υπηρεσιών που είχε προσφέρει ο αποτελούμενος από 32 πλοία υδραϊκός στόλος που είχε συστρατευθεί με τον οθωμανικό για την ανάκτηση της Κριμαίας.
Έκτοτε είναι γνωστή η παντελής απουσία Τούρκων από την Ύδρα: η Κοινότητα εισέπραττε τους καθορισμένους δημόσιους φόρους και τους απέδιδε στον Τούρκο φοροεισπράκτορα ο οποίος όμως επιτρεπόταν να μείνει στο νησί για ορισμένο (ελάχιστο) χρόνο σε ορισμένο τόπο και πάντως όχι εντός της πόλης. Σε αντάλλαγμα, η Κοινότητα της Ύδρας ήταν υποχρεωμένη να αποστέλλει ανά εξάμηνο ορισμένο αριθμό ναυ­τών «μελλάχηδες» οι οποίοι προσέφεραν την πλήρη εμπειριών γνώση τους και τις υπηρε­σίες τους στον οθωμανικό στόλο. Τη μισθοδοσία των μελλάχηδων καθώς και τα έξοδα απο­στολής πλοίων, τα οποία επίσης ήταν υποχρεωμένοι οι Υδραίοι να στέλνουν προς ενίσχυση του οθωμανικού στόλου, αναλάμβανε η υδραϊκή Κοινότητα.
Το κλίμα αυτό της ανεξαρτησίας – απόρροια των προνομίων και της αυτοδιοίκησης του νησιού – καλλιέργησε το έδαφος για την κατοπινή μεγαλειώδη προσφορά των Υδραίων στον Ιερό Αγώνα δίνοντάς τους την ευκαιρία να προετοιμάσουν ανενόχλητοι την εθνική τους θυσία.

Κοινωνία – Πολιτισμός

Είναι η εποχή (τέλη 18ου αι.) που οι υδραίοι «μπερατλήδες» (ειδικά προστατευόμενοι της Υψηλής Πύλης) μεσουρανούν. Στην Ύδρα οικοδομούνται θαυμάσια αρχοντικά, χτισμέ­να με ευρωπαϊκά πρότυπα, και το νησί αποκτά τη σημερινή περίπου οικιστική του εικόνα. Οι υδραίοι έμποροι μαζί με τα προϊόντα τους μεταφέρουν στην Ύδρα τα ευρωπαϊκά επα­ναστατικά μηνύματα των καιρών. Αυτή η «μετάγγιση» ευρωπαϊκών ιδεών και η αναμφίβο­λη επίδραση του δυτικοευρωπαϊκού τρόπου ζωής στην συνεχώς εξελισσόμενη υδραϊκή κοι­νωνία, συνδυασμένες με την οικονομική ευμάρεια των μεγαλοοικοκυραίων προκρίτων αλλά και του απλού λαού της Ύδρας, δημιούργησαν τις προϋποθέσεις αλματώδους πολιτιστικής ανάπτυξης. Δεν είναι ασφαλώς τυχαία η προσομοίωση της Ύδρας από τον Ιμπραήμ ως «μικρής Αγγλίας».
Η κοινοτική οργάνωση του νησιού υπήρξε από κάθε άποψη αρτιότατη. Η κοινοτική μέρι­μνα για την καλή διαβίωση και την υγεία των υδραίων πολιτών φαίνεται ιδιαίτερα με τη θέσπιση ναυτοϋγειονομικού κανονισμού που αποσκοπούσε στην πρόληψη μετάδοσης λοι­μωδών νοσημάτων στους κατοίκους από τα πληρώματα των πλοίων που προσέγγιζαν το λιμάνι της Ύδρας.


Ναυτική Σχολή Ύδρας, 19ος αιώνας.

Οι Υδραίοι φροντίζουν ιδιαίτερα για τη μόρφωση των παιδιών τους με την ίδρυση κοινών Σχολείων ήδη από το 1750, στα οποία μετακαλούν σπουδαίους δασκάλους της εποχής (Απόστολο τον Εφέσιο, Επιφάνιο Δημητριάδη, Ιωάννη Μπενιζέλο, Μακάριο Νοταρά, Νεό­φυτο Βάμβα, Άνθιμο Γαζή, Χριστόφορο Παμπούκη, Δημήτριο και Κωνσταντίνο Νούλα κ.ά) για την εκμάθηση όχι μόνον της ελληνικής αλλά και της ιταλικής και της γαλλικής γλώσσας. Τα Υδραιόπουλα συνάμα στέλνονταν πολύ συχνά από τους γονείς τους για σπουδές σε χώρες της Δυτικής Ευρώπης. Στην Ύδρα θεμελιώνεται το 1800 η πρώτη Ναυτική Σχολή στην Ελλάδα (η οποία λειτουργεί μέχρι σήμερα), για την εκπαίδευση των νέων υδραίων ναυτικών, των κατοπι­νών μεγάλων ναυμάχων.

Τύπος

Στην Ύδρα ιδρύεται ακόμη το πρώτο αυτοσχέδιο τυπογραφείο του Ελβετού φιλέλληνα Wazer με την φροντίδα των αδελφών Τομπάζη στο οποίο τυπώνεται από το 1821 η υδραϊκή εφημερίδα «Ελληνικός Καθρέπτης» που έως και το 1824 τροφοδοτεί το ελληνικό αναγνωστικό κοινό με αξιόλογα άρθρα και αυθεντικά ντοκουμέντα για τον ελληνικό ναυτικό αγώνα. Από το 1824 δε, χρονιά κατά την οποία ο μεγάλος φιλέλληνας Ambroise Firmin Diot αποστέλλει στην Ύδρα, «ως δωρεά προς το Έθνος», τυπογραφικά μηχανήματα για την οργάνωση εκσυγχρονισμένου τυ­πογραφείου, αρχίζει η έκδοση μιας σειράς σημαντικών εντύπων και εφημερίδων όπως «Ο Φίλος του Νόμου», εφημερίδα που εξέδιδε ο πολύς Ιωσήφ Κιάπε από το 1824 έως το 1827 (η μακροβιότερη από τις εφημερίδες του Αγώνα).
Στην Ύδρα εκδόθηκε και η «Ανεξάρτητος Εφημερίς της Ελλάδος» με συντάκτη τον Παντελή Κ. Παντελή από το 1827 έως το 1828, όπως και η γαλλόφωνη εβδομαδιαία εφημερίδα «LAbeille Grecque» (Ελληνική Μέλισσα) με συντάκτη επίσης τον Ιωσήφ Κιάπε, από το 1827 έως το 1829, καθώς και η εφημερίδα «Απόλλων» με συντάκτη τον Αναστάσιο Πολυζωΐδη, η οποία υπήρξε από τα ισχυρότερα αντιπολιτευτικά όρ­γανα εναντίον του Καποδίστρια, εκδόθηκε δε από τον Μάρτιο έως τον Οκτώβριο του 1831.

Εκκλησία – Διοίκηση

Ιδιαίτερα ευλαβείς οι Υδραίοι, απέδιδαν μεγάλη σημασία σε εκκλησιαστικά εν γένει θέματα συμμετέχοντας ενεργά σε κάθε θρησκευτική εκδήλωση του νησιού. Οι αρμοδιότητες του υδραϊκού κλήρου ήσαν πολλές και σημαντικές: οι Υδραίοι ιερείς, υπό την προεδρία του Αρχιεπισκόπου τους πάντοτε, δίκαζαν στο νησί τα αναφυόμενα ζητήματα αστικής φύσεως, συνέτασσαν τα διά­φορα δικαιοπρακτικά έγγραφα, κατάρτιζαν τους φορολογικούς καταλόγους ανά ενορία και με­ριμνούσαν συνήθως για την είσπραξη των φόρων (χαρατσίου, τάνσου, δάτζιου, κουμερκίου κ.λπ.) και την παράδοσή τους στην Κοινότητα. Το νησί έβριθε κυριολεκτικά – σε σχέση με το μέγεθός του – από ναούς, ναΰδρια και μοναστήρια.


Το Μοναστήρι της Κοίμησης της Θεοτόκου, τέλη 18ου αιώνα. Castellan “Lettres sur la Morée”, Paris 1808.

Πραγματικό όμως «γης ομφαλό» για την Ύδρα απο­τελούσε το ιερό Μοναστήρι των Υδραίων, κτισμένο στα 1643 και αφιερωμένο  στην Κοίμηση της Θεοτόκου, χώρος στο προαύλιο του οποίου, η αγαστή συνεργασία  κλήρου και πολιτείας, επέβαλε τη συνήθεια σύναξης αρχόντων και λαού και λήψης των μεγάλων αποφάσεων. Η κοινωνία των Υδραίων ήταν χωρισμένη σε τρεις κοινωνικές τάξεις: τους προκρίτους – μεγαλοοικοκυραίους, τους πλοιάρχους – καραβοκύρηδες και τον λαό. Καθ’ όλη τη διάρκεια του 18ου και των αρχών του 19ου αιώνα, το νησί διοικείται από τους μεγαλοοικοκυραίους «προκρίτους» των οποίων το έργο στηρίζουν και υποβοηθούν, καθώς προαναφέραμε, οι ιερείς.
  
19ος αιώνας
  
Στα 1802 το διοικητικό σύστημα του νησιού αλλάζει, με την αποστολή στην Ύδρα του ευ­νοούμενου του τότε Καπουδάν Πασά και αρχικυβερνήτη της τουρκικής Ναυαρχίδας, υδραίου Γεωργίου Δήμα Βούλγαρη. Ο Βούλγαρης τοποθετήθηκε από τον Σουλτάνο ως Μπας Κοτζα­μπάσης (Διοικητής) και Ναζίρης (Επόπτης) της Ύδρας και για κάποιο χρονικό διάστημα και του Πόρου και των Σπετσών, με σκοπό να επιβάλει την – ιδιαίτερα στην ‘Υδρα – διασαλευμέ­νη τάξη.
Η συνετή του διοίκηση και η οθωμανική εύνοια στο πρόσωπό του συνετέλεσαν στο να καταφέρει ο Γ. Βούλγαρης, ο «Μπέης», όπως τον αποκαλούσαν οι Υδραίοι, να αναγάγει το νησί σε πρότυπο ευνομούμενου τόπου: η περίοδος της οικονομικής ευρωστίας, η σχετική καταστολή της πειρατείας και η εσωτερική ησυχία που ακολούθησαν τους χρόνους διακυβέρ­νησης του Γεωργίου Βούλγαρη, έδωσαν την ευκαιρία στους Υδραίους να οργανώσουν την κοινωνία τους όπως αυτοί ήθελαν ενώ οι συνεχείς μάχες που αναγκάζονταν να δίνουν τα υδραϊκά πληρώματα με τους πειρατές που τότε λυμαίνονταν απ’ άκρου σε άκρο τη Μεσό­γειο, τους μετέτρεψαν με τον καιρό από ασήμαντους γεωργούς και ποιμένες σε τολμηρούς εμπειροπόλεμους ναυτίλους! Οι παραμονές του Ιερού Αγώνα βρίσκουν το νησί πανέτοιμο οι­κονομικά και πολεμικά: 120 ετοιμοπόλεμα πλοία διαθέτει η Ύδρα στον Αγώνα, συνολικής χωρητικότητας 45.000 τόννων με 5.400 άνδρες και 2.400 κανόνια.

Επανάσταση


Αντώνης Οικονόμου, «ο Οικονόμος κηρύττει εν Ύδρα την ελευθερίαν».
Ήδη από το 1818 η Φιλική Εταιρεία είχε μυήσει στους κόλπους της πολλούς Υδραίους, αρκετοί από τους οποίους ήσαν εξέχοντα πρόσωπα της υδραϊκής κοινωνίας. Από τους πρώτους μυημένους Φιλικούς ο καπετάν Αντώνης Οικονόμου, μια μεγάλη υδραϊκή φυσιο­γνωμία των χρόνων εκείνων, πραγματοποιεί το όνειρο του υδραϊκού λαού πρωτοστατώ­ντας στην κήρυξη της Επανάστασης στην Ύδρα στις 27 Μαρτίου του 1821. Μέσα σε τρεις ημέρες συγκεντρώνεται με έρανο μεταξύ των κατοίκων το σοβαρό ποσόν των 130.000 δι­στήλων (σ.σ. 40.000 στερλίνες Αγγλίας) και ευθύς αμέσως ξεκινά η λαμπρή εποποιία: η Ύδρα αναλαμβάνει σε μεγάλο βαθμό το βάρος διεξαγωγής του ναυτικού Αγώνα της επαναστατημένης Ελλάδας και γίνεται το κέντρο των ελληνικών ναυτικών δυνάμεων.
Αλλεπάλληλες νικηφόρες ναυμαχίες στις οποίες πρωταγωνιστούν τα υδραίικα πυρπολικά και ένα πάνθεον Υδραίων ηρώων, Ναυμάχων και Πυρπολητών, συνθέτουν την ιστορική της ει­κόνα: Κουντουριώτες, Τομπάζηδες, Κριεζήδες, Σαχτούρηδες, Τσαμαδοί, Μπουντούρηδες, Οικονόμου, Πιπίνος, Γκιώνης, Ρομπότσης, Βατικιώτης, Γκέλης, Σκούρτης, Μεθενίτης, Βατσαξής, Σαχίνης, με κορωνίδα όλων τον Ανδρέα Μιαούλη, τον άνθρωπο με το αλάνθα­στο στρατηγικό αισθητήριο και τον αγέρωχο χαρακτήρα, προσφέρουν καθένας με το δικό του φιλογενή τρόπο στον Αγώνα, κάνοντας σε ευρωπαϊκό πλέον επίπεδο γνωστή τη μικρή αυτή νησιωτική κουκκίδα άγονης ελληνικής γης. Από το 1822 και εξής μάλιστα, όταν την αρχηγία του υδραϊκού στόλου αναλαμβάνει ο ίδιος ο Ανδρέας Μιαούλης, το Νησί κρατά σταθερά τα σκήπτρα και την πρωτοπορία στην έκβαση των κατά θάλασσαν πολεμικών επιχειρήσεων.
Τα επιτεύγματα του ευγενούς στόχου του υδραϊκού καθώς και του πανελλήνιου Αγώνα σύντομα αναφαίνονται: στα 1827 με την καθοριστική ναυμαχία στο Ναυαρίνο, ο ενωμένος Στόλος των τριών προστάτιδων Δυνάμεων, Αγγλίας, Γαλλίας και Ρωσίας, περιορίζει τις βλέψεις των Οθωμανών και τους αναγκάζει στα 1830, με το Πρωτόκολλο του Λονδί­νου, να αναγνωρίσουν την οριστική ανεξαρτησία της «Ελληνικής Πολιτείας» με πρώτο Κυβερνήτη της τον Ιωάννη Καποδίστρια, ο οποίος πάραυτα ξεκινά το δυσκολότατο έργο της παλινόρθωσης ενός κράτους που βρισκόταν, από κάθε άποψη, σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης.
Η Ύδρα φυσικά δεν αποτέλεσε την εξαίρεση του κανόνα: η συνεχής, υπέρ του Αγώνα, οι­κονομική της αιμορραγία την έχει εξαντλήσει αφάνταστα. Επιπλέον και παρά τις διαγρα­φόμενες αρχικά ευοίωνες συνθήκες, οι σχέσεις των, κατά παράδοση, φιλελεύθερων Υδραίων με τον Κυβερνήτη και το υψηλόπνοο ανορθωτικό πρόγραμμα που φρόντισε ευθύς εξαρχής ο Καποδίστριας να εφαρμόσει, βαίνουν από το κακό στο χειρότερο κυρίως εξαι­τίας της πεισματώδους άρνησης του τελευταίου να αποζημιώσει τους οικονομικά κατε­στραμμένους νησιώτες.
Η αναπόφευκτη ρήξη των δύο πλευρών, καταλήγει σε σκληρή αντι­πολιτευτική πολεμική μεταξύ τους, κυρίως μέσω του Τύπου: Υδραίοι και άλλοι δυσαρεστη­μένοι νησιώτες του Αιγαίου, Ποριώτες, Μυκονιάτες, Συριανοί, Ναξιώτες, Ανδριώτες, Πα­ριανοί αλλά και οι Μανιάτες αποδύονται σε έναν σκληρό, σχεδόν ολομέτωπο αγώνα κατά του Καποδίστρια, αγώνα που είχε ως αποτέλεσμα την αποστασία εναντίον του και ως φοβερή κατακλείδα του την πυρπόληση πλοίων του ελληνικού στόλου (κορβέτες «Ύδρα» και «Σπέτσες», φρεγάτα «Ελλάς») από τον Ανδρέα Μιαούλη στο λιμάνι του Πόρου την 1η Αυγούστου του 1831.
Τα τραγικά γεγονότα κορυφώνονται στις 27 Σεπτεμβρίου του 1831 με τη δολοφονία του Κυβερνήτη στο Ναύπλιο από τους Γεώργιο και Κωνσταντίνο Μαυρομιχάλη. Παρά την απουσία του Καποδίστρια ωστόσο από το πολιτικό προσκήνιο, τα πράγματα για την Ύδρα εξακολουθούν να βαίνουν δυσάρεστα: αντίξοες οικονομικές συνθήκες, ανεργία των πληρωμάτων, και – σαν να μην έφταναν όλα αυτά – η επαναστατική μετατροπή στη ναυσιπλοΐα από το πανί στον ατμό, η εμφάνιση στην Ελλάδα των πρώτων ατμήλατων πλοίων περί τα μέσα του αιώνα, όλα, συντείνουν στη δημιουργία μιας έκρυθμης κατάστα­σης στο νησί και φέρνουν σε απόγνωση τους Υδραίους που, αρνούμενοι στην πλειονότητά τους να ακολουθήσουν τα νεωτεριστικά ναυτικά προστάγματα των καιρών, αρχίζουν να εγκαταλείπουν την πατρική γη αναζητώντας καλύτερη τύχη στην Πρωτεύουσα.
Ακόμη και αυτή η εμφάνιση ενός νέου «από μηχανής Θεού», της σπογγαλιείας, λίγο πριν τα τέλη του 19ου αιώνα, δεν καταφέρνει να αναχαιτίσει την σχεδόν ομαδική τους μετανάστευση: η Αθήνα και κυρίως ο Πειραιάς γίνονται η νέα υδραϊκή πατρίδα.
Οι οικονομικές αντιξοότητες και οι διάφορες κοινωνικοπολιτικές προεκτάσεις τους δεν κατά­φεραν παρ’ όλα αυτά να σβήσουν τη λάμψη της συνεχούς προσφοράς της ‘Υδρας στο Γένος: ένα Πρόεδρο της Δημοκρατίας, πέντε Πρωθυπουργούς και αναρίθμητους υπουργούς έδωσε το μικρό αυτό νησί στην Ελλάδα! Σταδιακά, κατά σειρά Πρωθυπουργίας, την Χώρα κυβέρνη­σαν οι Υδραίοι:

1) Γεώργιος Κουντουριώτης (Πρόεδρος του Εκτελεστικού κατά την Επανάσταση, μέ­λος του Πανελληνίου επί Καποδίστρια, Πρωθυπουργός και Υπουργός Ναυτικών επί Όθωνος από τον Μάρτιο έως τον Οκτώβριο του 1844).
2) Αντώνιος Κριεζής (Πρωθυπουργός επί Όθωνος από τον Δεκέμβριο του 1849 έως τον Μάιο του 1854).
3) Δημήτριος Βούλγαρης (επτά φορές Πρωθυπουργός της Ελλάδας: επί Όθωνος από το 1855 έως το 1857, επί Γεωργίου Α’ από τον Οκτώβριο του 1863 έως τον Φεβρουάριο του 1864, από τον Σεπτέμβριο έως τον Δεκέμβριο του 1865, από τον Ιανουάριο έως τον Σεπτέμβριο του 1868, από τον Δεκέμβριο του 1871 έως τον Ιούλιο του 1872 και από τον Φεβρουάριο έως τον Απρίλιο του 1874).
4) Αθανάσιος Μιαούλης (τρεις φορές Πρωθυπουργός της Ελλάδας : επί Όθωνος από τον Νοέμβριο του 1857 έως τον Μάιο του 1859, από τον Σεπτέμβριο έως τον Δε­κέμβριο του 1860 και από τον Μάρτιο του 1861 έως τον Ιανουάριο του 1862).
5) Πέτρος Βούλγαρης (Πρωθυπουργός της Ελλάδας από τον Απρίλιο έως τον Οκτώβριο του 1945).

Ο Υδραίος ναύαρχος Παύλος Κουντουριώτης (1855-1935)
Τέκνο της Ύδρας υπήρξε και η άλλη μεγάλη φυσιογνωμία της Νεώτερης Ελλάδας: ο ναύαρχος Παύλος Κουντουριώτης, ο εμπνευσμένος οδηγητής του ελληνικού στόλου σε νικηφόρες ναυμαχίες κατά την περίοδο των Βαλκανικών και του Α’ Παγκο­σμίου πολέμου. [Ο Κουντουριώτης στα 1923, μετά την απομάκρυνση του Βασιλέως Γεωρ­γίου Β' από τον θρόνο, χρημάτισε «Προσωρινός Κυβερνήτης της Ελλάδος» έως και το 1924 οπότε αναγορεύθηκε από την Εθνοσυνέλευση πρώτος Πρόεδρος της Ελληνικής Δη­μοκρατίας. Παραιτήθηκε τον Μάρτιο του 1926 για να επανεκλεγεί στο αξίωμα του Προέδρου τον Αύγουστο του ιδίου έτους.]

20ος αιώνας

Ο 20ός αιώνας βρίσκει την Ύδρα, παρά την προσωρινή οικονομική της ανάκαμψη – απο­τέλεσμα της συστηματικής ενασχόλησης των κατοίκων με την αλιεία και το εμπόριο σπόγ­γων, σε πλήρη πληθυσμιακή αποδυνάμωση, οδηγούμενη αργά αλλά σταθερά στα πρόθυρα του οικονομικού μαρασμού. Εξάλλου η προσωρινή της «κινητήρια» δύναμη, η σπογγαλιεία, βρέθηκε με τον καιρό σε πλήρη παρακμή, εξαιτίας κυρίως του περιορισμού της οικονομικής ενίσχυσης των σπογγαλιευτικών επιχειρήσεων από την Αγροτική Τράπεζα της Ελλάδος.
Μία τελευταία ευκαιρία ανάπτυξης και αναζωογόνησης της υδραϊκής κοινωνίας δόθηκε στην δεκαετία του ’50 όταν οι διάφοροι καλλιτέχνες και οι παραγωγοί ταινιών «ανακαλύ­πτουν» την Ύδρα και την χρησιμοποιούν αφειδώς στις ταινίες τους: άμεση συνέπεια η αλ­ματώδης τουριστική και οικονομική κίνηση στο νησί με όλα τα παρεπόμενά της…
Σήμερα, η Ύδρα του Miller, του Σεφέρη, του Γκίκα, του Εγγονόπουλου, του Βυζάντιου, του Τέτση, η Ύδρα με την συνεχή προσφορά στον τουρισμό και την πολιτιστική ζωή της χώρας μας, εξακολουθεί να παραμένει το στολίδι του Αργοσαρωνικού: ένα μοναδικό φαινόμενο ιστορικού και αρχιτεκτονικού θαύματος ανά το πανελλήνιο και σίγουρα ένα από τα σπουδαιότερα τουριστικά θέρετρα της Ελλάδας.

Κωνσταντίνα Αδαμοπούλου

Κωνσταντίνα Αδαμοπούλου, «Ιστορικό Αρχείο – Μουσείο Ύδρας», Έκδοση του Σωματείου των Φίλων του Ιστορικού Μουσείου Ύδρας, Ύδρα, 1997.  

ΠΗΓΗ: ΑΡΓΟΛΙΚΗ ΑΡΧΕΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ

Σάββατο, 26 Μαρτίου 2011


Η Ύδρα και η Ιστορία της

Συντεταγμένες: 37°19′52.03″N 23°27′59.87″E / 37.3311194, 23.4666306

Ύδρα
Η πόλη της Ύδρας
Η πόλη της Ύδρας
Γεωγραφία
GR Hydra.PNG
Αρχιπέλαγος Αιγαίο Πέλαγος
Σύμπλεγμα Νησιά Αργοσαρωνικού
Έκταση 50 τ.χλμ
Χώρες

Flag of Greece.svg Ελλάδα
Περιφέρεια Αττικής
Νομός Αττικής
Πρωτεύουσα Ύδρα (πόλη)
Δημογραφικά Χαρακτηριστικά
Πληθυσμός 2.719 (απογραφής 2001)
Ιστότοπος
www.hydra.gr
Η Ύδρα είναι νησί του Αργοσαρωνικού. Με το αυτό όνομα φέρεται η πρωτεύουσα και λιμένας της νήσου που αποτελεί ομώνυμο Δήμο που αριμούσε 2.719 κατοίκους στην απογραφή του 2001, οι οποίοι, λόγω του άγονου εδάφους, ασχολούνται κυρίως με την αλιεία και τον τουρισμό. Είναι εξαιρετικά γραφικό, αρχοντικό και κοσμοπολίτικο νησί.

Πίνακας περιεχομένων

[Απόκρυψη]

Γενικά

Όπως και όλα τα νησιά του Αργοσαρωνικού είναι ιδιαίτερα δημοφιλής προορισμός για τους Αθηναίους, ιδιαίτερα τα Σαββατοκύριακα. Οφείλει το όνομά της στα άφθονα νερά, που ανάβλυζαν από τις πλούσιες πηγές που είχε κατά την αρχαιότητα. Έχει σημαντική ναυτική ιστορία και παράδοση. Αναπαλαιωμένα αρχοντικά, το παλιό γραφικό λιμάνι με τις πολεμίστρες και τα κανόνια, τα μουσεία, τα μοναστήρια, η ναυτική σχολή, συνθέτουν την εικόνα του νησιού η οποία μας μαρτυρεί την σημαντική ιστορική σημασία της. Κατά τον αγώνα της επανάστασης του 1821 η Ύδρα μαζί με τις Σπέτσες και τα Ψαρά έπαιξαν σημαντικό ρόλο λόγο της μεγάλης ναυτικής δύναμης που διέθεταν. Στην Επανάσταση του 1821 η Ύδρα διέθετε 186 πλοία.
Μεγάλοι καπεταναίοι, εφοπλιστές και πολιτικοί κατάγονται από το νησί ανάμεσά τους ο Ναύαρχος Ανδρέας Μιαούλης, Κουντουριώτης, Κριεζής κ.α. Αυτή η ναυτική παράδοση συνεχίζεται μέχρι σήμερα με έναν μικρό αλιευτικό στόλο και την Ακαδημία Εμποροπλοιάρχων που άρχισε να λειτουργεί αμέσως μετά την επανάσταση του 1821 και είναι η αρχαιότερη σχολή εμποροπλοιάρχων της ανατολικής Μεσογείου και η οποία στεγάζεται στο αρχοντικό των Τσαμαδών.
Η πόλη της Ύδρας, που είναι η μοναδική πόλη του νησιού, έχει ανακηρυχθεί διατηρητέα και απαγορεύεται η μετακίνηση με αυτοκίνητα. Είναι απλωμένη σε δύο βραχώδεις λόφους και σφύζει από παραδοσιακά σπίτια με κεραμιδένιες σκεπές, έντονες μπλε πόρτες και παράθυρα. Η Ύδρα εδώ και δεκαετίες, είναι ένας από τους αγαπημένους προορισμούς Ελλήνων και ξένων επισκεπτών. Στο νησί υπάρχουν 300 εκκλησίες και 5 μοναστήρια.
Η σημαντικότερη γιορτή σήμερα στην Ύδρα είναι τα Μιαούλεια τα οποία είναι τριήμερες εκδηλώσεις, αφιερωμένες στη δράση του ναύαρχου Μιαούλη και πραγματοποιούνται κάθε χρόνο, προς το τέλος του Ιουνίου που αποτελούν μέρος της ναυτικής εβδομάδας.
Η Ύδρα, περισσότερο από όλα τα Ελληνικά νησιά, ενέπνευσε τις Καλές Τέχνες. Διάσημοι Έλληνες και ξένοι ζωγράφοι παρουσίασαν τα τοπία της. Μεγάλοι καλλιτέχνες, όπως ο Πάμπλο Πικάσο και ο Μαρκ Σαγκάλ την επισκέφτηκαν και αποτύπωσαν σε σχέδια τα αυστηρά της σχήματα. Δεν είναι τυχαίο ότι στην Ύδρα υπάρχει παράρτημα της Σχολής Καλών Τεχνών από το 1936 που στεγάζεται στο τετραώροφο αρχοντικό του Τομπάζη (δυτικά του λιμένα).
Η Ύδρα συνδέεται ακτοπλοϊκώς, όλο το έτος, με τα υπόλοιπα νησιά του Αργοσαρωνικού, καθώς και με τα Μέθανα, την Ερμιόνη, το Πόρτο Χέλι, το Ναύπλιο, τον Tυρό. Μπορεί να μη διαθέτει αεροδρόμιο και ίσως ποτέ δεν θα αποκτήσει εξαιτίας του ορεινού εδάφους της, πλην όμως διαθέτει ελικοδρόμιο.

 Ιστορία


Το παιδί και το δελφίνι, άγαλμα του 2006 στην Ύδρα, αφιερωμένο στην ομώνυμη ταινία του 1957

Η Ύδρα σύμφωνα με νεότερες αρχαιολογικές έρευνες, έχει κατοικηθεί από τη Νεολιθική εποχή. Δρύοπες, Μυκηναίοι, Κάρες, Σάμιοι, Αθηναίοι πρόσφυγες της εποχής των περσικών πολέμων, εποίκησαν και κατοίκησαν την Ύδρα. Η ακμή του νησιού συνέπεσε με την Πρωτοελλαδική και την Μυκηναϊκή εποχή. Το νησί ήταν εμπορικό-ναυτικό κέντρα, ανάμεσα στην Πελοπόννησο και τα νησιά του Αιγαίου. Η περιοχή της Επισκοπής, του Αγίου Γεωργίου-Αγίου Νικολάου Μπίστη, το Μπαλί, η ακρόπολη του Βλυχού και η περιοχή της Ζωοδόχου Πηγής της Ζούρβας, ήταν σημαντικοί οικισμοί εκείνης της εποχής , tην Κλασσική εποχή η Ύδρα ήταν στη δικαιοδοσία της Ερμιόνης. Από αυτούς, την αγόρασαν Σάμιοι πολιτικοί εξόριστοι που οχύρωσαν την ακρόπολη του Βλυχού. Οι Σάμιοι αφού ήρθαν σε σύγκρουση και μετά από ήττα με τους Αιγινήτες, πούλησαν την Ύδρα στους Τροιζήνιους. Την Κλασσική εποχή η Ύδρα παρουσιάζει ένα συγγραφέα κωμωδιών, τον Ευάγη τον Υδρεάτη. Την Ρωμαίικη και κατόπιν την Βυζαντινή περίοδο το νησί κατοικείται ανελλιπώς. Τον 17ο αιώνα ήταν κτήση των Ενετών και τον 18ο αιώνα περιέρχεται στους Τούρκους έως την επανάσταση του 1821.
  • Επί Οθωμανικής Αυτοκρατορίας τα υδραίικα πληρώματα αποκαλούνταν "Σουλουτζαλήδες" έναντι των Σπετσιώτικων που αποκαλούνταν "Τζαμουτζαλήδες" που όμως ήταν λίαν περιζήτητα ακόμη και από τους Οθωμανούς στολάρχους όπως και από τον Καρά-Αλή.
  • Περί το τέλος της 10ετίας του '50 η διάσημη ηθοποιός Σοφία Λόρεν ανταποκρινόμενη σε αίτημα της τότε Βασίλισσας Φρειδερίκης "γύρισε" στην Ύδρα την γνωστή κινηματογραφική επιτυχία "Το παιδί και το δελφίνι" τα γυρίσματα της οποίας παρακολούθησε η ίδια η Βασίλισσα. Ήταν ακριβώς η απαρχή της μεταφοράς του τουριστικού ενδιαφέροντος (ανάπτυξης) από το Λουτράκι στα νησιά του Αργοσαρωνικού υποβοηθούμενη από την έβδομη τέχνη. Βέβαια σήμερα αυτό το ενδιαφέρον έχει επεκταθεί πλέον, με την παράλληλη ανάπτυξη των πλοίων, περισσότερο στις Κυκλάδες και κυρίως στη Μύκονο.
  • Το νησί φιλοξενεί ένα διεθνές συνέδριο με θέμα το Ρεμπέτικο, το οποίο λαμβάνει χώρα στα μέσα του Οκτωβρίου.

Δήμος Ύδρας


Ο δήμος Ύδρας
Ο Δήμος Ύδρας περιλαμβάνει το νησί της Ύδρας, το νησί Δοκός, το νησί Άγιος Γεώργιος και άλλες μικρότερες κοντινές του νησίδες. Συστάθηκε το 1946 και προήλθε από την αναγνώριση σε Δήμο της Κοινότητας Ύδρας[1]. Παρέμεινε αμετάβλητος στην συνέχεια και με την εφαρμογή του σχεδίου Καποδίστριας το 1997 αλλά και του σχεδίου Καλλικράτης το 2010.

Πληθυσμός

Έτος Πληθυσμός Αλλαγή Πληθυσμός του νησιού
1981 2,732 - -
1991 2,279 -453/-16.58% 2,387
Δεν υπάρχουν δημοτικά σύνορα στο νησί, ούτε στα μικρότερα νησιά τριγύρω. Με την εφαρμογή της νέας διοικητικής διαίρεσης της χώρας κατά το Πρόγραμμα Καλλικράτης το 2011 ουδεμία μεταβολή επήλθε στο Δήμο, σύμφωνα με το άρθρο 1,§ 5.2.Γ αυτού.

Σημειώσεις

Λεπτομερείς ναυτιλιακές πληροφορίες για την Ϋδρα παρέχει ο Ελληνικός Πλοηγός 2ος τόμος και ιδιαίτερα ο χάρτης ελληνικής έκδοσης: ΧΕΕ-135, που αποτελεί τον λιμενοδείκτη του λιμένα της, καθώς και ο ΧΕΕ-130 που καλύπτει όλες τις ΒΑ. ακτές της Πελοποννήσου και τον Αργολικό Κολπο.

Δείτε επίσης

Πρόσωπα

Παραπομπές

Βιβλιογραφία

  • "Ύδρα: Υδράτινη ντίβα". Ειδικό αφιέρωμα περιοδικού Γεωτρόπιο τεύχος 62, σ.32-48 (Ιουν. 2001).

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

Ψηφιακό αρχείο ΕΡΤ
ΠΗΓΗ: http://el.wikipedia.org/

Πέμπτη, 24 Μαρτίου 2011


Η Ελληνική επανάσταση του 1821 – 1824

Η Ελληνική επανάσταση του 18211824 είναι το πρώτο μέρος του Ελληνικού αγώνα της ανεξαρτησίας (1821-1832), που διεξήγαγε ο υπόδουλος ελληνισμός ενάντια στην Οθωμανική αυτοκρατορία και που κατέληξε στην αναγνώριση της ανεξαρτησίας του Ελληνικού κράτους από την Πύλη, με την συνθήκη του Μαΐου του 1832.
Η περίοδος είναι ευρέως γνωστή στην σύγχρονη Ελλάδα με τον όρο "επανάσταση του 21", και η επέτειος εορτασμού της έναρξής της είναι η 25η Μαρτίου, ημέρα επίσημης αργίας για το Ελληνικό κράτος.

Πίνακας περιεχομένων

[Απόκρυψη]

 Προεπαναστατική περίοδος

Πολλές επαναστάσεις ενάντια στην οθωμανική κυριαρχία είχαν λάβει χώρα στον ελληνικό γεωγραφικό χώρο πριν από την μεγάλη επανάσταση του 1821. Άλλες από αυτές ήταν μικρότερης και άλλες μεγαλύτερης σημασίας, όλες όμως είχαν γενικά τοπικό χαρακτήρα. Η επανάσταση του 1821 ήταν η μόνη που οργανώθηκε προσεκτικά, πολλά χρόνια πριν την έκρηξή της στην Ελλάδα (σαν Ελλάδα εννοείται την περίοδο αυτή ο ιστορικός ελληνικός γεωγραφικός χώρος). Στον απόηχο των μεγάλων γεγονότων που συγκλόνισαν την Ευρώπη (Γαλλική Επανάσταση του 1789, Ναπολεόντιοι πόλεμοι) αλλά και τον κόσμο (Αμερικανική Επανάσταση), που δεν είχαν αντίκτυπο στις οπισθοδρομικές πλέον δομές της αχανούς Οθωμανικής Αυτοκρατορίας του Μαχμούτ Β' (1808-1839), οι Έλληνες της διασποράς που αποτελούσαν το πιό ενημερωμένο και προοδευτικό κομμάτι του ελληνισμού, ίδρυσαν αρχικά, το 1809, την οργάνωση Ελληνόγλωσσο Ξενοδοχείο με πρωτοβουλία του Θεσσαλονικέα λογίου Γρηγορίου Ζαλύκη και της Κύπριας λογίας Ελισάβετ Σαντή Λουμάκη Σενιέ. Η οργάνωση πέτυχε τη στήριξη του Ναπολέοντα Βοναπάρτη και συγκέντρωσε οπλισμό που διαμοιράστηκε στη Μακεδονία και την Ήπειρο προκειμένου να προετοιμαστεί η επανάσταση. Η κίνηση αυτή προδόθηκε στις αρχές της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και τελικά το εγχείρημα απέτυχε.
Από τα σπλάχνα του Ελληνόγλωσσου Ξενοδοχείου και κατά το πνεύμα της εποχής ιδρύθηκαν δύο εταιρείες, που αντιπροσωπεύουν ανάγλυφα τις δύο τάσεις του Ελληνισμού στην προσπάθεια για την παλιγγενεσία του στις πρώτες δεκαετίες του 19ου αιώνα.
Η Φιλόμουσος Εταιρεία, που ιδρύθηκε στη Βιέννη το 1814[1], ήταν νόμιμη, είχε μέλη πολλούς επιφανείς (Καποδίστριας, Κοραής) και οικονομικά ισχυρούς Έλληνες της διασποράς, έθετε σαν πρώτο στόχο την πνευματική ανύψωση του γένους των Ελλήνων (συγκέντρωση πόρων για ίδρυση σχολείων στην Ελλάδα, επάνδρωσή τους με φωτισμένους δασκάλους, υποτροφίες για σπουδές νέων στο εξωτερικό κλπ.) και κατόπιν όταν οι συνθήκες το ευνοούσαν επανάσταση με εκμετάλλευση κάποιου πιθανού νέου ρωσοτουρκικού πολέμου ή (και αυτό μάλλον ήταν πιό διαδεδομένο στους κόλπους της εταιρείας) εσωτερική "διάβρωση" της αυτοκρατορίας και σταδιακή κατά το δυνατόν "ελληνοποίησή" της με την προώθηση Ελλήνων σε καίριες θέσεις της.

Το έμβλημα της Φιλικής Εταιρείας

Η Φιλική Εταιρεία, που ιδρύθηκε στην Οδησσό της Ρωσίας το 1814, ήταν μυστική και παράνομη, θεωρούσε ότι το γένος ήταν έτοιμο και είχε σαν στόχο την συγκέντρωση πόρων αλλά και την δημιουργία των δομών για άμεση οργάνωση επανάστασης, με επιδίωξη την ίδρυση ανεξάρτητου κράτους και αν οι συνθήκες δεν το επιτρέψουν παραχώρηση αυτονομίας υπό τους κόλπους της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Ιδρύθηκε από φλογερούς πατριώτες, ριζοσπαστικά μέλη της (μικρο)αστικής τάξης και μετά από κάποιες πρώτες δυσκολίες μυήθηκαν σε αυτήν πολλοί λόγιοι, φοιτητές, έμποροι, οικονομικά ισχυροί Έλληνες της διασποράς και ιδίως μετά την μεταφορά της "έδρας" της στην Κωνσταντινούπολη, πολλοί οικονομικά και πολιτικά ισχυροί, ιεράρχες, στρατιωτικά ισχυροί (κλέφτες και αρματολοί) αλλά και απλός κόσμος μέσα στα όρια της αυτοκρατορίας. Ο Πρίγκιπας Αλέξανδρος Υψηλάντης, που ανέλαβε την αρχηγία της Εταιρείας στις 12 Απριλίου 1820, μετά την άρνηση του Ι. Καποδίστρια, επιδίωκε να προετοιμάσει μια γιγαντιαία εθνικοαπελευθερωτική επιχείρηση, που θα συντάρασσε τα Βαλκάνια και για το σκοπό αυτό η Εταιρεία εκτός από την εθνεγερτική δράση της στον ελληνικό γεωγραφικό χώρο και τους Έλληνες έκανε ή προσπάθησε να κάνει μυστικές συμφωνίες με Ρουμάνους, Σέρβους και Βουλγάρους πατριώτες. Τα συντηρητικά στοιχεία της Φιλικής μαζί με τους προεστούς (κοτζαμπάσηδες) του Μοριά δεν ήθελαν εκτεταμένες στρατιωτικές επιχειρήσεις στον Ελληνικό χώρο και προωθούσαν την ιδέα να γίνει εκμετάλλευση της προστριβής μεταξύ Πύλης και Αλή πασά. Φήμες ότι τα σχέδια της Φιλικής είχαν προδοθεί στον σουλτάνο από τους Άγγλους υποχρέωσαν τον αρχηγό της να αναπροσαρμόσει το αρχικό σχέδιο, προχωρώντας σε μιά τοπική εξέγερση στις ρουμανικές ηγεμονίες, ελπίζοντας ότι θα τραβήξει προς τα εκεί την προσοχή των Οθωμανών, ώστε να γίνει δυνατή αργότερα η εξέγερση στην Ελλάδα χωρίς μεγάλη οθωμανική στρατιωτική πίεση.

 Τα γεγονότα του 1821

Σημείωση: Όλες οι ημερομηνίες του παρόντος άρθρου αναφέρονται στο παλιό ημερολόγιο, εκτός και αν σημειώνεται διαφορετικά.
Το γενικό των Φιλικών πρόβλεπε ότι η επανάσταση έπρεπε να ξεκινήσει τις πενήντα πρώτες ημέρες του 1821, όταν ο Υψηλάντης θα έφτανε στη Μάνη για να αναλάβει την αρχηγία της. Για την προετοιμασία της επανάστασης έφτασε στον Μοριά ήδη από το τέλος του 1820, ο αρχιμανδρίτης Γρηγόριος Δικαίος Παπαφλέσσας, εξουσιοδοτημένος από την Εταιρεία να προετοιμάσει γενικά την επανάσταση και υπεύθυνος μαζί με τον Αναγνωσταρά για την Μεσσηνία.
Στις 24 Δεκεμβρίου 1820 εκστρατεύει από την Τριπολιτσά εναντίον του Αλή πασά στα Ιωάννινα, ο Χουρσίτ Μεχμέτ Πασάς του Μοριά και μειώνονται σημαντικά οι αξιόμαχες τουρκικές στρατιωτικές δυνάμεις στην περιοχή. Στις 6 Ιανουαρίου περνά στο Μοριά από την Ζάκυνθο, ειδοποιημένος από τους Φιλικούς ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης. Ο Παπαφλέσσας οργώνει τον Μοριά μιλώντας για την επανάσταση σε πόλεις και χωριά. Ο Κολοκοτρώνης κάνει συγκεντρώσεις καπεταναίων από όλη την Πελοπόννησο και τους ενημερώνει να πάρουν τα όπλα μόλις δοθεί το σύνθημα. Άλλοι Φιλικοί προετοιμάζουν την επανάσταση σε Ρούμελη, Θεσσαλία και Μακεδονία.
Στις 26 Ιανουαρίου γίνεται στη Βοστίτσα (Αίγιο) η λεγόμενη σύναξη των προεστών του Μοριά. Μετέχουν επίσημοι αντιπρόσωποι των προεστών της Πάτρας και των Καλαβρύτων, τρεις ιεράρχες (δεσπότες) μεταξύ των οποίων ο Παλαιών Πατρών Γερμανός, διάφοροι προεστοί και καπεταναίοι από όλη την Πελοπόννησο και ο Παπαφλέσσας. Παπαφλέσσας και καπεταναίοι δηλώνουν έτοιμοι για εξέγερση, οι προεστοί είναι διστακτικοί και ζητούν εγγυήσεις για την υποστήριξη της Ρωσίας, τελικά συμφωνούν όλοι να περιμένουν την άφιξη του Υψηλάντη για να ξεκινήσει η εξέγερση.

Ο Αλέξανδρος Υψηλάντης

Μετά την ουσιαστική αποτυχία στο συντονισμό μιας βαλκανικής εξέγερσης, ο Αλέξανδρος Υψηλάντης αποφασίζει να εισβάλει στα ρουμανικά πριγκιπάτα κηρύσσοντας την επανάσταση. Πρώτη πολεμική πράξη ήταν η διάβαση του ποταμού Προύθου, στην Μολδαβία στις 22 Φεβρουαρίου 1821 και η είσοδος στο Γιάσι (Ιάσιο). Στις 24 Φεβρουαρίου βγάζει την ιστορική του προκήρυξη που καλεί τους Έλληνες να πάρουν τα όπλα, βεβαιώνοντας ότι "μια κραταιά δύναμις" είναι έτοιμη να βοηθήσει τον αγώνα. Την 1 Μαρτίου αρχίζει την πορεία του προς τη Βλαχία αφού ενώθηκε με τα τμήματα του Γεωργάκη Ολύμπιου, του Φαρμάκη και πολλών Ελλήνων εθελοντών. Μαζί με τον Ιερό Λόχο που είχε συγκροτηθεί από 500 περίπου σπουδαστές των σχολών των πριγκιπάτων, η στρατιωτική δύναμη του Υψηλάντη έφτανε τους 7.000, μεταξύ των οποίων ήταν Βαλκάνιοι γείτονες (Σέρβοι, Βούλγαροι, Αρβανίτες).
Την 1 Μαρτίου ξεκινά από την Κωνσταντινούπολη με προορισμό την Πελοπόννησο, μετά από ενέργειες του Φιλικού Ξάνθου, ένα καράβι φορτωμένο με προκηρύξεις για εξέγερση. Με το καράβι αυτό θα φτάσει στη Μάνη στα τέλη Μαρτίου και η είδηση της εξέγερσης στα ρουμανικά πριγκιπάτα. Κάποιες αναταραχές των χριστιανών στην Πόλη σχετικές με την εξέγερση στα πριγκιπάτα, θα δώσουν όταν ξεσπάσει η επανάσταση στο Μοριά αφορμή για σφαγές.
Η Πύλη θεωρούσε πρωταρχικό θέμα την αντιμετώπιση της ανταρσίας του Αλή πασά, αλλά ανησυχούσε σοβαρά από τις φήμες και τις καταγγελίες των Άγγλων για εξέγερση στο Μοριά. Λίγο μετά την εξέγερση στις ρουμανικές ηγεμονίες, αλλά όχι εξαιτίας της, οι Τούρκοι της Τριπολιτσάς κάλεσαν τους προεστούς του Μοριά με πρόσχημα την συνηθισμένη κοινή ετήσια σύσκεψη, με στόχο όμως να τους κρατήσουν ομήρους. Οι περισσότεροι προεστοί ήταν διστακτικοί και δεν πήγαν και σωστά, αφού όσοι πήγαν εκτελέστηκαν με το ξέσπασμα της επανάστασης.
Στις 11 Μαρτίου φτάνει με καράβι στην Χαλκιδική ο Φιλικός Εμμανουήλ Παππάς με εντολή να οργανώσει την επανάσταση. Πολλοί καλόγεροι από το Άγιο Όρος ξεσηκώνονται έτοιμοι να τον ακολουθήσουν και γίνονται επαφές με Μακεδόνες οπλαρχηγούς σε μια προσπάθεια να προετοιμαστεί μια συντονισμένη εξέγερση.
Στα μέσα Μαρτίου 1821 ο Παπαφλέσσας είχε ολοκληρώσει τον κύκλο των περιοδειών του στην Πελοπόννησο και βρισκόταν μαζί με τον Αναγνωσταρά στη Μεσσηνία, που ήταν η περιοχή για την οποία είχε ταχθεί υπεύθυνος από την Φιλική Εταιρεία. Ο Κολοκοτρώνης ήταν επίσης στο χώρο ευθύνης του, τη Μάνη. Ο Οδυσσέας Ανδρούτσος ήταν κρυμμένος στην Πάτρα, έτοιμος να αναλάβει δράση. Άλλοι Φιλικοί ήταν σε διάφορους χώρους ευθύνης ο καθένας. Παρά τις αμφιβολίες των προεστών, το κλίμα στην Πελοπόννησο ήταν έντονα επαναστατικό και ένας σπινθήρας έλειπε για την έκρηξη. Στο δεκαήμερο μεταξύ 14-25 Μαρτίου δόθηκε το έναυσμα της επανάστασης σε διαφορετικά σημεία στο Μοριά.Στις 14 Μαρτίου 1821 καταφθάνει στη Ζάχολη , από το Μοναστήρι του Προφήτη Ηλία του Κούτου , ο ηγούμενος Γερμανός ,όπου μετά από πανηγυρική δοξολογία στον ναό του Αγίου Γεωργίου,υψώνει την Σημαία της Επαναστάσεως με τα σύμβολα της Φιλiκής Εταιρείας και μαζί με τους Ζαχολίτες οπλαρχηγούς Παναγιωτάκη Γεραρή και Χρήστο Ζίνη ή Ζαχολίτη εκδιώκουν από την Ζάχολη τις τούρκικες οικογένειες.Στό Φενεό ο Αναγνώστης Κορδής και ο Χρήστος Ζαχολίτης, μετά από συμπλοκή σκότωσαν τούρκους γυφτοχαράτζηδες και ύστερα με ένοπλους Ζαχολίτες ενίσχυσαν τη μικρή δύναμη του Φιλικού Νικόλα Σολιώτη που μαζί με τους Ζαχολίτες επιτέθηκε σε Οθωμανούς φοροεισπράκτορες (χαρατζήδες) στο χωριό Πόρτα των Καλαβρύτων. Παράλληλα ο Παναγιωτάκης Γεραρής με 60 Ζαχολίτες ξεκίνησε γιά να λάβει μέρος στην πολιορκία της Ακροκορίνθου που άρχισε στις 24 Μαρτίου. Στις 20 Μαρτίου ο Σολιώτης με τους Πετμεζαίους χτύπησαν τους Οθωμανούς στους τρεις πύργους των Καλαβρύτων, όπου κλείστηκαν οι ντόπιοι μουσουλμάνοι και ξεκίνησαν την πολιορκία τους πιάνοντας τον πασά των Καλαβρύτων Αρναούτογλου . Στις 21 Μαρτίου, ξεσηκώθηκε η Πάτρα από τους Φιλικούς Παναγιώτη Καρατζά, Βαγγέλη Λειβαδά και Ν. Γερακάρη και οι Οθωμανοί αναγκάστηκαν να κλειστούν στο φρούριό της και η Μάνη[2] με τους Κολοκοτρώνη, Παπαφλέσσα, Νικηταρά και Κεφάλα. Στη Μάνη εξοπλίστηκαν 2.000 Μανιάτες και Μεσσήνιοι με πολεμοφόδια που είχαν σταλεί από τους Φιλικούς της Σμύρνης και είχαν φτάσει εκεί με καράβια. Στις 23 Μαρτίου μπήκαν στην Καλαμάτα και αυτό είναι η πρώτη πολεμική επιτυχία της επανάστασης. Στις 24 Μαρτίου μαζεύτηκαν στα περίχωρα της Καλαμάτας γύρω στους 5.000 Έλληνες για να πάρουν την ευλογία της Εκκλησίας και την ίδια μέρα ξεσηκώθηκε η Φωκίδα στη Ρούμελη.
Στην Καλαμάτα συστάθηκε η Μεσσηνιακή γερουσία και ο Πετρόμπεης Μαυρομιχάλης τοποθετήθηκε επικεφαλής της. Πρώτη πράξη της νέας εξουσίας ήταν να στείλει έγγραφο προς τα χριστιανικά έθνη ζητώντας τη βοήθειά τους και αυτό το έγγραφο είναι και η πρώτη πράξη διεθνούς δικαίου της επανάστασης. Στην Πάτρα ιδρύθηκε το Αχαϊκό διευθυντήριο, από τους προεστούς Ανδρέα Λόντο και Χαραλάμπη, τον Παπαδιαμαντόπουλο και το δεσπότη Παλαιών Πατρών Γερμανό.
Στα πριγκιπάτα η επανάσταση εξαπλώνεται με επιτυχία. Οι Ρουμάνοι σύμμαχοι ήταν συσπειρωμένοι γύρω από τον εθνικό τους ηγέτη, συνεργάτη των Φιλικών Τούντορ (Θεόδωρος) Βλαντιμιρέσκου, που είχε κηρύξει επανάσταση ένα μήνα πριν ο Υψηλάντης περάσει τον Προύθο. Στις 21 Μαρτίου ο Βλαντιμιρέσκου με 6.000 πεζούς και 2.500 ιππείς καταλαμβάνει το Βουκουρέστι μέσα σ ένα κλίμα γενικού ενθουσιασμού του πληθυσμού και ακολουθεί ο Υψηλάντης που μπήκε στην πόλη με τον στρατό του στις 27 Μαρτίου. Όλα έδειχναν ότι τα δύο κινήματα, θα συνεργάζονταν για την επιτυχία της εξέγερσης όμως για ποικίλους λόγους αυτό δεν έγινε.

Ο όρκος στην Αγία Λαύρα
Πίνακας του Θεόδωρου Βρυζάκη

Η 25η Μαρτίου είναι εθνική εορτή, καθώς είχε οριστεί με βασιλικό διάταγμα του Όθωνα στις 15 Μαρτίου του 1838 ως επέτειος της έναρξης της Επανάστασης, μάλλον με την έννοια της συμπύκνωσης στην ημέρα αυτή των επαναστατικών γεγονότων των ημερών.
Για το τί έγινε εκείνες τις ημέρες υπάρχουν πολλές διαφορετικές απόψεις. Σύμφωνα με την παράδοση στις 25 Μαρτίου του 1821, ο Παλαιών Πατρών Γερμανός ευλόγησε μία ελληνική σημαία και κήρυξε την έναρξη της Ελληνικής Επανάστασης στο μοναστήρι της Αγίας Λαύρας. Όμως, η Ελληνική Επανάσταση είχε ήδη ξεκινήσει στις 21 Φεβρουαρίου από τον Αλέξανδρο Υψηλάντη στο Ιάσιο. Ο ίδιος ο Γερμανός δεν αναφέρει απολύτως τίποτα σχετικό στα απομνημονεύματά του, για την ημέρα εκείνη, αλλά αντιθέτως ότι δε βρισκόταν στη Λαύρα.[3] Παρ'ολα αυτά το γεγονός οτι ο Παλαιών Πατρών Γερμανός άφησε ανολοκλήρωτα απομνημονεύματα δεν μας αφήνει να βγάλουμε ασφαλή συμπεράσματα. [1]
Οι περισσότεροι ιστορικοί, όπως αναφέρει ο Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος, ήταν της άποψης που αναφέρεται στα απομνημονεύματα του Παλαιού Πατρών Γερμανού, δηλαδή, "οι δε συγκεντρωθέντες αποφάσισαν να μην δώσουν αιτίαν τινά, αλλά ως φοβισμένοι να παραμερίσωσι εις ασφαλή μέρη". Άλλοι ιστορικοί υποστηρίζουν ότι ο πυρήνας της όλης ιστορίας διασώζει κάποια ιστορική αλήθεια, βασιζόμενοι σε προσωπικά αρχεία αγωνιστών και ιεραρχών του 1821, που ισχυρίζονται ότι ο Παλαιών Πατρών Γερμανός τέλεσε δοξολογία στις 17 Μαρτίου στην Αγία Λαύρα, ύψωσε το λάβαρο και όρκισε ορισμένους κοτζαμπάσηδες και επισκόπους του Μωριά, που βρίσκονταν εκεί για τον εορτασμό του Αγίου Αλεξίου. [2] Το μόνο σίγουρο είναι ότι οι συγκεντρωμένοι έφυγαν από την Αγία Λαύρα έχοντας γνώση της επικείμενης έναρξης επανάστασης.
Στην Στερεά Ελλάδα κηρύχθηκε επίσημα η έναρξη της επανάστασης στις 27 Μαρτίου, στη μονή οσίου Λουκά κοντά στη Λιβαδειά, με παρόντες τους οπλαρχηγούς Αθανάσιο Διάκο και Βασίλη Μπούσγο και προκρίτους της περιοχής.
Στο συμβούλιο των οπλαρχηγών στη Μεσσηνία ο Κολοκοτρώνης πρότεινε σαν βασικό στόχο την Τρίπολη, που ήταν το στρατιωτικό και διοικητικό κέντρο της Πελοποννήσου και μετά από τη διαφωνία του Μαυρομιχάλη, που είχε οριστεί αρχιστράτηγος, άρχισε πορεία στρατολόγησης στην Αρκαδία. Ανάλογες πορείες έκαναν άλλοι οπλαρχηγοί σε διάφορες περιοχές. Στις 29 Μαρτίου ο Κολοκοτρώνης είχε μαζέψει 6.000 άνδρες και προσπάθησε να πολιορκήσει την Καρύταινα, όμως στην πρώτη έξοδο των Τούρκων, το στράτευμα διαλύθηκε. Δεν απογοητεύτηκε και μεθοδικά εγκατέστησε φρουρές σε επίκαιρα σημεία γύρω από την Τρίπολη (Λεβίδι, Πιάνα, Χρυσοβίτσι, Βέρβαινα, Βαλτέτσι, Τρίκορφα), για να μπορούν να ελεγχθούν οι δρόμοι που οδηγούσαν προς τα εκεί.
Η επανάσταση επεκτάθηκε γρήγορα σε όλη την Πελοπόννησο και Ανατολική Στερεά και είχε μεγάλη επιτυχία αφού πέρασαν στον έλεγχο των επαναστατών πολύ σύντομα,Ζάχολη (14 Μαρτίου), Καλαμάτα (23 Μαρτίου), Αίγιο (23 Μαρτίου), Καλάβρυτα (26 Μαρτίου), Άργος, Καρύταινα, Μεθώνη, Νεόκαστρο, Φανάρι, Γαστούνη, Ναύπλιο στην Πελοπόννησο και Σάλωνα (Πανουργιάς, 27 Μαρτίου), Γαλαξίδι (Γκούρας, 28 Μαρτίου), Λιδωρίκι (Σκαλτζάς, 28 Μαρτίου), Μαλανδρίνο (Σκαλτζάς, 30 Μαρτίου), Λιβαδειά (Διάκος, 31 Μαρτίου), Θήβα (Μπούσγος, 3 Απριλίου), Αταλάντη στη Στερεά Ελλάδα.
Οι Οθωμανοί περιορίστηκαν στα κάστρα όπου είχαν αρχίσει πολιορκίες. Τα σπουδαιότερα από αυτά τα κάστρα ήταν: το κάστρο του Μοριά (Ρίο) με το αντίστοιχο κάστρο της Ρούμελης (Αντίρριο), της Πάτρας, του Ακροκορίνθου πάνω από την Κόρινθο, τα δύο κάστρα του Ναυπλίου (το Παλαμήδι και το Μπούρτζι), της Μονεμβασιάς, της Μεθώνης, της Κορώνης, το Νεόκαστρο και το Παλαιόκαστρο του Ναυαρίνου (Πύλος) και το κάστρο της Τριπολιτσάς (Τρίπολη). Στο κάστρο του Άργους που ήταν παραμελημένο δεν κλείστηκαν Οθωμανοί. Όλα τα κάστρα ήταν κτισμένα (Βυζαντινοί, Ενετοί, Οθωμανοί) κατά βάση παράλια σε δύσβατα σημεία και είχαν το πλεονέκτημα της δυνατότητας τροφοδοσίας από θάλασσα (οθωμανικός στόλος), πλην του κάστρου της Τρίπολης που ήταν κτισμένο γύρω από την πόλη. Μέχρι το τέλος Μαρτίου οι μουσουλμάνοι είχαν απωθηθεί ή εγκαταλείψει τα πεδινά της Πελοποννήσου (ένα τμήμα της Ηλείας γύρω από το Λάλα έμενε υπό τον έλεγχο των ντόπιων Αλβανών) και είχαν περιοριστεί στα κάστρα, μερικά από τα οποία (αν άντεχαν στην πολιορκία) θεωριόταν ικανά για ανάκτηση ολόκληρης της Πελοποννήσου. Οι περισσότεροι από αυτούς είχαν συγκεντρωθεί στην Τρίπολη.
Τα κάστρα πολιορκούσαν ομάδες ατάκτων υπό την "διοίκηση" ντόπιων καπεταναίων, προεστών ή ιεραρχών που είχαν ξεσηκωθεί και ο αριθμός των πολιορκητών δεν ήταν σταθερός αλλά αυξομειώνονταν ανάλογα με τις περιστάσεις. Η πιο οργανωμένη πολιορκία ήταν της Τρίπολης (Κολοκοτρώνης, Νικηταράς) η οποία δεν ήταν ασφυκτική αλλά επιτελική με κατοχή και οχύρωση καίριων υψωμάτων γύρω από την πόλη, που έλεγχαν της προσβάσεις προς αυτή. Το οθωμανικό ιππικό όμως είχε το πάνω χέρι στο οροπέδιο της πόλης, επιτρέποντας τον ανεφοδιασμό της με τα απαραίτητα.
Σε διεθνές (ευρωπαϊκό) επίπεδο η είδηση για εξέγερση στα πριγκιπάτα από τον Υψηλάντη δεν έγινε ευνοϊκά δεκτή από τις ισχυρές δυνάμεις της εποχής και μετά από μια σειρά διπλωματικών διεργασιών (Αγγλία, Αυστρία) και πιέσεων ο τσάρος της Ρωσίας Αλέξανδρος αποκηρύσσει τελικά την εξέγερση και ο Πατριάρχης Γρηγόριος Ε' της Κωνσταντινούπολης αφορίζει τον Υψηλάντη και καλεί τον πληθυσμό να μείνει υπάκουος στο καθεστώς. Τα γεγονότα αυτά επηρεάζουν το κίνημα στις ηγεμονίες και από το σημείο αυτό και μετά λανθασμένες επιλογές από το ελληνικό και ρουμανικό στρατόπεδο φέρνουν την τελική αποτυχία της εξέγερσης στα πριγκιπάτα.
Οι ειδήσεις για εξέγερση και στο Μοριά έφτασαν στο τέλος Μαρτίου και στην Υψηλή Πύλη. Η πρώτη αντίδραση ήταν η προσπάθεια περιορισμού της εξέγερσης στο Μοριά, που εκδηλώθηκε με τρομοκρατικές σφαγές διακεκριμένων προσώπων και προεστών στην Πόλη, αλλά και σε άλλες πόλεις της αυτοκρατορίας που το ελληνικό στοιχείο ήταν σημαντικό, όπως τις Κυδωνίες (Αϊβαλί), Ρόδο, Κύπρο. Δεν είναι δυνατό να εκτιμηθεί η έκταση και ο αριθμός των θυμάτων των σφαγών σε αυτές τις περιοχές. Ανήμερα το Πάσχα (10 Απριλίου 1821), μετά τη θεία λειτουργία, καθαιρέθηκε και απαγχονίστηκε στην κεντρική πύλη του πατριαρχείου στην Κωνσταντινούπολη ο πατριάρχης Γρηγόριος Ε' (πάνω από 70 ετών τότε), σε μια καθαρά πολιτική κίνηση της Πύλης, αφού δεν είχε δοθεί κανενός είδους αφορμή για αυτή την ενέργεια. Το σώμα του, αφού έμεινε κρεμασμένο για τρεις μέρες, περιφέρθηκε στην πόλη από τον όχλο, μεταφέρθηκε με ακάτιο και ρίχτηκε στην μέση του Κεράτιου κόλπου[4].
Η πρώτη στρατιωτική αντίδραση από τους Οθωμανούς στις ειδήσεις για εξέγερση των Ελλήνων ήρθε από τον Γιουσούφ πασά Σέρεζλη (από τις Σέρρες). Βρισκόταν με στρατό στο Βραχώρι (Αγρίνιο) καθ' οδόν προς την Εύβοια όταν έμαθε για την πολιορκία της Πάτρας. Διεκπεραιώθηκε μέσω Ρίου στην Πελοπόννησο στις 3 Απριλίου, έκαψε την Πάτρα, αιφνιδίασε και διάλυσε τους πολιορκητές του φρουρίου της και εγκαταστάθηκε εκεί. Το φρούριο (ακρόπολη) της Πάτρας και τα γειτονικά φρούρια του Μοριά (Ρίο) και της Ρούμελης (Αντίρριο) θα μείνουν στα χέρια των Οθωμανών σε όλη τη διάρκεια του πολέμου, δίνοντας στα τουρκικά στρατεύματα μια σημαντική δίοδο πρόσβασης προς τα ενδότερα της Πελοποννήσου.
Αρχές Απριλίου άρχισαν να κινούνται και τα νησιά. Παρόλο που η Φιλική Εταιρεία είχε διείσδυση σε αυτά παρατηρείται σχετική καθυστέρηση στον ξεσηκωμό, που οφείλεται σε τοπικές οργανωτικές αλλά και κοινωνικές ιδιαιτερότητες, και σε κάποια από αυτά λαϊκές εξεγέρσεις προηγούνται και επισπεύδουν την κήρυξη της επανάστασης. Στις 30 Μαρτίου ξεσηκώθηκε η Ύδρα από τον πλοίαρχο δεύτερης σειράς Αντώνη Οικονόμου. Οι οικοκυραίοι (πλοιοκτήτες) ήταν διστακτικοί και ο Οικονόμου ίδρυσε στις 31 Μαρτίου τη Διοίκηση, σε αντιδιαστολή με την υπάρχουσα Καγγελαρία. Στις 3 Απριλίου ξεσηκώθηκαν από ντόπιους φιλικούς οι Σπέτσες και ακολούθησαν ο Πόρος, η Σαλαμίνα και η Αίγινα και στις 10 Απριλίου τα Ψαρά. Την ίδια μέρα ο αρματολός Γιάννης Δυοβουνιώτης μπήκε στην Μπουδουνίτσα (Μενδενίτσα) της Ρούμελης. Στην Αττική ο Φιλικός Μελέτης Βασιλείου και άλλοι ντόπιοι μικροκαπετάνιοι αφού στρατολόγησαν αγρότες και χωρικούς για αρκετές μέρες, μπήκαν αιφνιδιαστικά στην Αθήνα στις 15 Απριλίου, περιορίζοντας τους ντόπιους μουσουλμάνους στο κάστρο της Ακρόπολης και την ίδια μέρα η Ύδρα κήρυξε επισήμως την επανάσταση. Στις 18 Απριλίου οι Ρουμελιώτες αρματολοί Διάκος, Δυοβουνιώτης και Πανουργιάς μπήκαν στο Πατρατζίκι (Υπάτη) και την ίδια μέρα ξεσηκώθηκε η Σάμος με τον Φιλικό Λυκούργο Λογοθέτη.
Η στρατιωτική απάντηση του Χουρσίτ πασά της Πελοποννήσου, που βρισκόταν[5] στα Γιάννενα διευθύνοντας τις επιχειρήσεις εναντίον του Αλή πασά, προέβλεπε την προσβολή της εξέγερσης στην Πελοπόννησο με τακτικό στρατό, πεζικό και ιππικό, από δύο μεριές: Από τη μια απευθείας διεκπεραίωση στρατευμάτων μέσω Ρίου-Αντιρρίου και από την άλλη κάθοδο διαμέσου της ανατολικής Στερεάς με καταστολή της εξέγερσης που είχε ήδη αρχίσει εκεί. Το πρώτο σκέλος των στρατευμάτων υπό τη διοίκηση του Μουσταφάμπεη, πέρασε στην Πελοπόννησο πολύ νωρίς (6 Απριλίου) και επιδόθηκε σε συστηματικές καταστροφές πόλεων που είχαν περιέλθει στους εξεγερμένους. Το δεύτερο σκέλος των στρατευμάτων υπό τον Ομέρ Βρυώνη και τον Κιοσέ Μεχμέτ βρισκόταν στη Φθιώτιδα στις 19 Απριλίου με εντολή τη διενέργεια τακτικών εκκαθαριστικών επιχειρήσεων από βορά προς νότο.
Τα ελληνικά στρατιωτικά τμήματα που (μια μέρα πριν) είχαν καταλάβει την Υπάτη, αποφάσισαν να την εγκαταλείψουν και να αντιμετωπίσουν την οθωμανική στρατιά στην Φθιώτιδα σε τρία σημεία: Ο Πανουργιάς στη Χαλκωμάτα, ο Δυοβουνιώτης στο Γοργοπόταμο και ο Διάκος στην Αλαμάνα. Στις 24 Απριλίου, ο Ομέρ Βρυώνης επιτέθηκε και στα τρία σημεία ταυτόχρονα. Ο Πανουργιάς και ο Δυοβουνιώτης αναγκάστηκαν σε υποχώρηση, όμως το τμήμα του Διάκου που αντιστάθηκε πεισματικά στη γέφυρα της Αλαμάνας σφαγιάστηκε και ο ίδιος συνελήφθη επιτόπου[6]. Λίγες μέρες αργότερα τα ελληνικά στρατιωτικά σώματα ηττήθηκαν στο Ελευθεροχώρι της Λαμίας. Στις 8 Μαΐου ο Οδυσσέας Ανδρούτσος κατάφερε πλήγμα στον Ομέρ Βρυώνη στο χάνι της Γραβιάς. Με 120 μαχητές αντιμετώπισε επιτυχημένα όλη την ημέρα τις οθωμανικές επιθέσεις προξενώντας τους σημαντικές απώλειες και αποσύρθηκε τη νύχτα προς τα βουνά, με ελάχιστες δικές του απώλειες. Λίγες μέρες αργότερα οθωμανικό στρατιωτικό σώμα απέτυχε να καταλάβει τα Βλαχοχώρια της Γκιώνας, που υπερασπίζονταν ο Γιάννης Γκούρας. Οι τελευταίες αυτές επιτυχίες αναπτέρωσαν το ηθικό των επαναστατημένων και προβλημάτισαν τους Τούρκους, που αποσύρθηκαν προσωρινά στην Μενδενίτσα.
Στις 6 Απριλίου είχε περάσει μέσω Ρίου στην Πελοπόννησο ο Μουσταφάμπεης, κεχαγιάμπεης του Χουρσίτ πασά, με εντολή την καταστολή της εξέγερσης. Έκαψε τη Βοστίτσα (Αίγιο), διάλυσε την πολιορκία του Ακροκόρινθου, έκαψε το Άργος, σύντριψε την αντίσταση που βρήκε στον ποταμό Ξεριά[7], διάλυσε την πολιορκία του Ναυπλίου και μπήκε πανηγυρικά στην Τρίπολη στις 6 Μαΐου. Στις 12 Μαΐου επιχείρησε μια πρώτη απόπειρα διάσπασης της πολιορκίας της Τρίπολης και επιτέθηκε με ισχυρές δυνάμεις εναντίον των πολιορκητών, στο Βαλτέτσι από βορά και νότο. Τη θέση υπερασπίσθηκαν λυσσαλέα, στρατιωτικά σώματα των Μαυρομιχαλαίων (Κυριακούλης, Ηλίας και Γιάννης), του Κολοκοτρώνη, των Πλαπουταίων και άλλων καπεταναίων. Την επόμενη ο Μουσταφάμπεης άρχισε υποχώρηση που η ελληνική αντεπίθεση μετέτρεψε σε άτακτη φυγή με σημαντικές απώλειες. Επιζητώντας με κάθε τρόπο την διάνοιξη δρόμου προς τη Μεσσηνία ο Μουσταφάμπεης επιτέθηκε στις 18 Μαΐου στα Δολιανά και στα Βέρβαινα, όπου ηττήθηκε από τα ελληνικά στρατιωτικά σώματα και επέστρεψε άπρακτος στην Τρίπολη. Οι νίκες αυτές, που οφείλουν πολλά στην επιμονή, την μεθοδικότητα αλλά και τις στρατηγικές ικανότητες του Κολοκοτρώνη (αρχιστράτηγος από τις αρχές Μαΐου), επέτρεψαν την στενότερη πολιορκία των φρουρίων, στα οποία άρχισαν να σημειώνονται ελλείψεις των αναγκαίων αφού ο ελληνικός στόλος είχε ήδη περιορίσει με τη δραστηριότητά του, την από θάλασσα τροφοδοσία τους.
Στις πρώτες του εξόδους και περιπολίες τον Απρίλιο, ο ελληνικός στόλος κυρίεψε αρκετά πλοία και μαζεύτηκαν μεγάλες ποσότητες από λάφυρα. Η θέα του ελληνικού στόλου με την επαναστατική σημαία, βοηθούσε να ξεσηκωθούν νησιά ή παραθαλάσσιες περιοχές που δεν είχαν μέχρι τότε ξεσηκωθεί και τα πληρώματα του στόλου δεν δίσταζαν να βγουν οπλισμένα στη στεριά και να συμμετέχουν σε επιχειρήσεις. Σημαντική ήταν η συμβολή του στόλου και στον από θαλάσσης αποκλεισμό και κανονιοβολισμό των φρουρίων που πολιορκούνταν (Ναύπλιο, Μονεμβασία).

Ναυτικό κανόνι του 1821

Στις 7 Μαΐου επαναστάτησαν με πρώτο τις Μηλιές, τα Εικοσιτέσσερα (τα χωριά του Πηλίου) της Θεσσαλίας, όπου ο υπεύθυνος για την περιοχή Φιλικός Άνθιμος Γαζής είχε προετοιμάσει το έδαφος από νωρίς με σημαντική εθνεγερτική δράση και επαφές με τους ντόπιους αρματολούς Μπασδέκηδες (Κυριάκο και Παναγιώτη). Οι ισχυροί προεστοί (κοτζαμπάσηδες) ήταν πολύ αρνητικοί στην ιδέα της επανάστασης, όμως όταν εμφανίστηκαν από το Τρίκερι τρία πλοία του ελληνικού στόλου, ο λαός δεν μπορούσε πια να συγκρατηθεί. Στις 9 Μαΐου οι επαναστάτες από όλα τα χωριά μαζεύτηκαν έξω από το Βόλο και πολιόρκησαν τους Οθωμανούς που κλείστηκαν στο φρούριο της πόλης. Στην πολιορκία βοήθησαν και τα ελληνικά πλοία και πληρώματα. Στις 11 Μαΐου οι επαναστάτες μπήκαν στο Βελεστίνο (οι Οθωμανοί κλείστηκαν στους 4 ισχυρότερους πύργους) και εκεί μαζεύτηκαν την ίδια μέρα αντιπρόσωποι από τα επαναστατημένα χωριά, κηρύχθηκε επίσημα η επανάσταση και συστάθηκε η Βουλή της Θετταλομαγνησίας, με πρόεδρο τον Άνθιμο Γαζή και γραμματέα τον Φίλιππο Ιωάννου. Οι επαναστάτες στη Θεσσαλία ήταν στην συντριπτική τους πλειοψηφία άτακτοι χωρικοί, χωρίς κανενός είδους στρατιωτική εμπειρία, αλλά και χωρίς τα απαραίτητα όπλα και πολεμοφόδια και όταν λίγες μέρες αργότερα εμφανίστηκε πολυπληθής οθωμανική στρατιά από τη Λάρισα υπό τη διοίκηση του Μαχμούτ πασά Δράμαλη (από τη Δράμα), διαλύθηκαν αμέσως προς τα χωριά τους. Ο Δράμαλης έκαψε την Κάπουρνα και τα Κανάλια, ανέβηκε μέχρι τη Μακρυνίτσα και ζήτησε από όλα τα χωριά να πληρώσουν μεγάλα πρόστιμα. Οι περισσότεροι επαναστάτες φοβισμένοι υπέκυψαν και οι κοτζαμπάσηδες προσκύνησαν φέρνοντας στον Δράμαλη πλούσια δώρα. Αυτός προωθήθηκε προς το Λαύκο επιδιώκοντας να μπει στις Μηλιές, που ήταν το στρατηγείο της επανάστασης, όμως στις 25 Μαΐου συνάντησε αντίσταση στα Λεχώνια και δεν προχώρησε. Στις Μηλιές η κατάσταση ήταν αντιφατική, με τους κοτζαμπάσηδες να θέλουν να προσκυνήσουν και τους επαναστάτες με τον Γαζή να θέλουν να αντισταθούν. Τελικά ο Γαζής αναγκάστηκε να φύγει στη Σκιάθο και οι Μηλιές προσκύνησαν στα μέσα Ιουνίου τον Δράμαλη που έφτασε μέχρι τη Μηλίνα και δεν προχώρησε άλλο. Όσοι επαναστάτες απέμειναν προωθήθηκαν προς το Τρίκερι και πολλά γυναικόπαιδα πέρασαν σε Σκιάθο και Σκόπελο. Όταν αποχώρησε ο Δράμαλης η επανάσταση έμεινε ζωντανή στο Λαύκο, την Αργαλαστή, το Προμμύρι και το Τρίκερι.
Την ίδια μέρα που γίνονταν η μάχη στη Γραβιά (8 Μαΐου) και μια μέρα μετά την έναρξη της επανάστασης στη Θεσσαλία, επαναστάτησε και το γειτονικό Ξεροχώρι (Ιστιαία) στην βόρεια Εύβοια. Από εκεί η επανάσταση διαδόθηκε στην Λίμνη και στην Κύμη της Εύβοιας, που ανήκε στο ισχυρό πασαλίκι του Εγρίπου (Ευρίπου) με πρωτεύουσα τη Χαλκίδα και είχε σημαντικές οθωμανικές στρατιωτικές δυνάμεις. Τέλη Μαΐου οι επαναστάτες προσπάθησαν δύο φορές να πολιορκήσουν την Χαλκίδα χωρίς όμως επιτυχία και στη συνέχεια κυνηγήθηκαν από το οθωμανικό ιππικό, που τους προκάλεσε μεγάλες απώλειες.
Μετά από την αποτυχία των επίμονων προσπαθειών συντονισμού ταυτόχρονης έκρηξης της επανάστασης στον Όλυμπο και την Χαλκιδική ο Εμμανουήλ Παπάς κήρυξε τελικά την επανάσταση στη Μακεδονία, στον Πολύγυρο στις 17 Μαΐου. Η οθωμανική απάντηση ήταν εδώ άμεση με συλλήψεις ομήρων και καταλήψεις πόλεων. Ιδιαίτερα δεινοπάθησε η Θεσσαλονίκη, όπου εξοντώθηκαν χιλιάδες Έλληνες και οι περιουσίες τους δημεύτηκαν ή καταστράφηκαν. Χρειάστηκε να περάσουν τουλάχιστον πενήντα χρόνια για να επανέλθει ο ελληνισμός της πόλης στα πριν του 1821 επίπεδα και να συνέλθει από αυτό το συντριπτικό χτύπημα. Οι οπλαρχηγοί του Ολύμπου και του Βερμίου ήταν διστακτικοί και περίμεναν ενισχύσεις σε μαχητές και πολεμοφόδια από την νότια Ελλάδα. Μόνο ο Διαμαντής Νικολάου προσφέρθηκε να εξεγερθεί άμεσα και πέρασε με το στρατιωτικό σώμα του στη Χαλκιδική τον Ιούνιο.
Στις 21 Μαΐου προεστοί από όλες τις επαρχίες και ντόπιοι οπλαρχηγοί συγκεντρώθηκαν στο Λουτρό των Σφακιών, ίδρυσαν Καγκελαρία και κήρυξαν την επανάσταση και στην Κρήτη. Στο νησί υπήρχε ισχυρό και εμπειροπόλεμο τουρκικό στοιχείο και η επανάσταση καταπνίγηκε γρήγορα με κατάληψη και της κοιτίδας της στα Σφακιά.

Μακεδόνας ανάπηρος του Αγώνα κατά την έξοδο του Μεσολογγίου, Θεόδωρος Βρυζάκης
Στις 20 Μαΐου επαναστάτησε το Μεσολόγγι με τον αρματολό του Ζυγού Δημήτρη Μακρή και την επόμενη ο Μακρής ξεσήκωσε και το Ανατολικό (Αιτωλικό). Στις 25 Μαΐου ο Γιώργος Βαρνακιώτης κήρυξε με προκήρυξη την επανάσταση στο Ξηρόμερο και στις 4 Ιουνίου επαναστάτησε και το Καρπενήσι με τους Γιολντάσηδες. Η καθυστέρηση στην κήρυξη της επανάστασης στη Δυτική Ελλάδα, φαίνεται ότι οφείλεται στην ύπαρξη ισχυρών οθωμανικών δυνάμεων στην Ήπειρο, λόγω της στρατιωτικής αναμέτρησης της Πύλης με τον Αλή Πασά, αλλά και στην απροθυμία ισχυρών αρματολών (Γιώργος Βαρνακιώτης, Ανδρέας Ίσκος) της περιοχής να εμπλακούν, ίσως λόγω φόβων για την απώλεια των προνομίων τους.
Τον Μάιο πλοία του ελληνικού στόλου υπό τη διοίκηση του Γιακουμάκη Τομπάζη προσέγγισαν στη Χίο, σε μια προσπάθεια να πεισθούν οι Χιώτες να προσχωρήσουν στην επανάσταση. Δεν υπήρξε ανταπόκριση ούτε από τους επώνυμους αλλά ούτε από τους χωρικούς και ο στόλος απέπλευσε. Οι Οθωμανοί συνέλαβαν ομήρους μεταξύ των επιφανών Ελλήνων και ένα σώμα ατάκτων πέρασε από τα τουρκικά παράλια στο νησί για τη "διατήρηση της τάξης". Στην πρώτη του έξοδο από τα Δαρδανέλλια ο οθωμανικός στόλος βρήκε μπροστά του τα ελληνικά πολεμικά. Στις 27 Μαΐου ο Τομπάζης κυνήγησε την οθωμανική μοίρα και κατάφερε να αποκλειστεί το μεγαλύτερο πλοίο (πλοίο της γραμμής με 76 πυροβόλα) στον κόλπο της Ερεσσού, το οποίο ανατινάχτηκε τελικά από τον Παπανικολή με πυρπολικό φτιαγμένο στα Ψαρά, με σημαντικές απώλειες των Οθωμανών.
Το Μάιο με πρωτοβουλία της Μεσσηνιακής γερουσίας συγκλήθηκε πανπελοποννησιακή συνέλευση στην Μονή των Καλτεζών, υπό την προεδρία του Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη. Συμμετείχαν ισχυροί προύχοντες ή αντιπρόσωποί τους, ιεράρχες και λίγοι στρατιωτικοί και Φιλικοί. Προσκλήσεις στάλθηκαν και στα τρία ναυτικά νησιά τα οποία όμως δεν συμμετείχαν. Με ανακοίνωσή της στις 26 Μαΐου, συστάθηκε η Πελοποννησιακή Γερουσία, στην οποία περιήλθαν όλες οι εξουσίες και η ευθύνη της διεύθυνσης των επαναστατικών πραγμάτων για όλη την Πελοπόννησο. Μέλη της Γερουσίας αυτής ήταν αντιπρόσωποι από όλα τα μεγάλα προυχοντικά τζάκια της Πελοποννήσου, ο Παλαιών Πατρών Γερμανός, ο Πετρόμπεης Μαυρομιχάλης και γραμματέας ο Ρήγας Παλαμήδης. Επρόκειτο για μια εσπευσμένη αλλά συντονισμένη ενέργεια των ισχυρών να αντιπαρατεθούν στην εξουσία του Δημήτριου Υψηλάντη, που αναμενόταν να φτάσει στην Πελοπόννησο. Μέχρι την άφιξή του η Γερουσία αυτή έκανε εκλογές επαρχιακών και κοινοτικών αντιπροσώπων και προκήρυξε γενική επιστράτευση.

Η επανάσταση στη Μολδοβλαχία

Στα πριγκιπάτα η επανάσταση δεν είχε καλή εξέλιξη. Πρώτα ήρθε η διάσπαση των επαναστατών και η σύλληψη και εκτέλεση του Βλαντιμιρέσκου από τους Έλληνες, την νύχτα της 27 Μαΐου. Οι Οθωμανοί μπαίνουν με ισχυρές στρατιωτικές δυνάμεις στο Βουκουρέστι και ο Υψηλάντης, σε απελπιστική θέση υποχωρεί αμαχητί προς τα Καρπάθια. Στις 7 Ιουνίου δίνεται από τους μαχητές του Ιερού Λόχου υπό τον στρατηγό του Υψηλάντη, Αλέξανδρο Μακεδόνσκη[3], η πολυαίμακτη μάχη στο Δραγατσάνι, όπου έπεσαν νεκροί διακόσιοι νέοι σπουδαστές και σαράντα πιάστηκαν αιχμάλωτοι από τους Οθωμανούς. Ο Υψηλάντης υποχωρώντας φτάνει στα αυστριακά σύνορα, συλλαμβάνεται από τους αυστριακούς και φυλακίζεται στο φρούριο του Μούνκατς. Λίγο μετά την αποφυλάκισή του επτά χρόνια αργότερα, θα πεθάνει από καρδιά.
Στη Μολδαβία τα τμήματα του Ολύμπιου, του Φαρμάκη και του Καρπενησιώτη συνέχισαν τον άνισο αγώνα με τις οθωμανικές δυνάμεις. Ο Καρπενησιώτης συγκρούεται με τους Οθωμανούς στο Γαλάτσι και τον Προύθο με σοβαρές απώλειες. Ο Ολύμπιος, μετά από πολλές συγκρούσεις, καταφεύγει με έντεκα μαχητές στη Μονή Σέκου, αντιστέκεται ηρωικά και στις 23 Οκτωβρίου βάζουν φωτιά στη μπαρουταποθήκη του μοναστηριού και τινάζονται στον αέρα μαζί με τους εχθρούς. Ο Φαρμάκης προδόθηκε στους Οθωμανούς από Άγγλους και Αυστριακούς και θανατώθηκε με φρικτά βασανιστήρια. Στις αρχές του 1822 το κίνημα στα ρουμανικά πριγκιπάτα είχε κατασταλεί εντελώς. Η απασχόληση στα πριγκιπάτα σοβαρών στρατιωτικών οθωμανικών δυνάμεων βοήθησε να ανάψει και να διατηρηθεί η επαναστατική φλόγα στην Ελλάδα.
Τον Ιανουάριο του 1822 η πρώτη εθνική σύνοδος, στην Επίδαυρο ανακήρυξε την ανεξαρτητοποίηση της Ελλάδας απο την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Η ανακήρυξη αυτή επισφραγίστηκε μετά τις αξιοσημείωτες νίκες των μαχόμενων Ελλήνων, σε στεριά και θάλασσα.

Νικηφ. Λύτρας, Η πυρπόληση της τουρκικής ναυαρχίδας από τον Κανάρη (π. 1866-1870). Λάδι σε μουσαμά, 143 εκ. x 109 εκ. Πινακοθήκη Αβέρωφ, Μέτσοβο.

Οι πολεμικές επιχειρήσεις έληξαν, όταν ο Σουλτάνος υποχρεωμένος από την Ρωσία, αποδέχθηκε την αυτονομία της Ελλάδας με την Συνθήκη της Αδριανούπολης το 1829.

Παραπομπές

Commons logo
Τα Κοινά έχουν πολυμέσα σχετικά με το θέμα
  1. Χρήστος Μούλιας, Ιστορικά Σημειώματα, σελ.187, τόμος Α΄, Εκδόσεις περι τεχνών, Πάτρα 2007
  2. Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τ. 12, σ. 82
  3. Έλληνας αξιωματικός του Ρωσικού στρατού με καταγωγή από τη Μακεδονία Thomas Frost, The secret societies of the European Revolution, 1776-1876, σελ. 67.

Βιβλιογραφία

  • Απόστολος Ε. Βακαλόπουλος, Ιστορία του νέου ελληνισμού Η μεγάλη ελληνική επανάσταση (1821-1829), τ. Ε' 1813-1821, τ. Στ' Η εσωτερική κρίση (1822-1825), εκδόσεις Α. Σταμούλη, Θεσσαλονίκη 1982, ISBN 960-8353-31-9, SET ISBN 960-8353-25-4
  • Στέφανος Π. Παπαγεωργίου, Από το γένος στο έθνος Η θεμελίωση του Ελληνικού κράτους 1821-1862, εκδόσεις Παπαζήση, 2η έκδοση, Αθήνα 2005, ISBN 960-02-1769-6
  • Τάσος Βουρνάς, Σύντομη ιστορία της ελληνικής επανάστασης, εκδόσεις Πατάκη, 3η έκδοση, Αθήνα 1999, ISBN 960-600-951-3
  • Ντέιβιντ Μπριούερ, Η φλόγα της ελευθερίας Ο αγώνας των Ελλήνων για την ανεξαρτησία 1821-1833, μετάφραση Τιτίνας Σπερελάκη, επιμέλεια Ελένης Κεκροπούλου, εκδόσεις Ενάλιος, Αθήνα 2004, ISBN 960-536-165-5
  • Ντάγκλας Ντέκιν, Ο αγώνας των Ελλήνων για την ανεξαρτησία 1821-1833, μετάφραση Ρένας Σταυρίδη-Πατρικίου, εκδόσεις Μ.Ι.Ε.Τ., 3η έκδοση, Αθήνα 1999, ISBN 960-250-172-3
  • Γιάνης Κορδάτος, Η επανάσταση της Θεσσαλομαγνησίας το 1821, σημείωμα Θ. Χ. Παπαδόπουλου, εκδόσεις Επικαιρότητα, Αθήνα 1983
  • Σάμουελ Γκρίντλεϋ Χάου, Ιστορική σκιαγραφία της ελληνικής επανάστασης, μετάφραση Ι. Χατζηεμανουήλ, επιμέλεια-πρόλογος-σχόλια Νίκος Κολόμβας, εκδόσεις Εκάτη, Αθήνα 1997, ISBN 960-7437-43-8
  • Νίκος Γ. Σβορώνος, Επισκόπηση της νεοελληνικής ιστορίας, μετάφραση Αικατερίνη Ασδραχά, εκδόσεις Θεμέλιο, Αθήνα 1999, ISBN 960-7293-21-5
  • Ντάγκλας Ντέκιν, Η ενοποίηση της Ελλάδας 1770-1923, μετάφραση Α. Ξανθόπουλου, εκδόσεις Μ.Ι.Ε.Τ., 3η έκδοση, Αθήνα 1989

Σημειώσεις

  1. ^ Το 1813 είχε ιδρυθεί στην Αθήνα η Φιλόμουσος Εταιρεία των Αθηνών. Η εταιρεία της Βιέννης ιδρύθηκε το 1814 για οικονομική υποστήριξη αυτής των Αθηνών και είχαν τους ίδιους στόχους.
  2. ^ Στην Αρεόπολη, πατρίδα των Μαυρομιχαλαίων, η τοπική παράδοση της Μάνης αναφέρει σαν ημέρα του ξεσηκωμού τις 17 Μαρτίου.
  3. ^ Παπαγεωργίου (βλέπε βιβλ.), σελ.110-112. Ο Βουρνάς (βλέπε βιβλ.), σελ.90, για να το υποστηρίξει αναφέρεται στο βιβλίο του ιστορικού Τάκη Σταματόπουλου Ο Παλαιών Πατρών Γερμανός χωρίς θρύλο.
  4. ^ Το σώμα ανασύρθηκε από το νερό από τον καπετάνιο κεφαλλονίτικου πλοίου που ήταν στην περιοχή και μεταφέρθηκε στην Οδησσό της Ρωσίας, όπου προκλήθηκε οργή στην ελληνική παροικία, τους ορθόδοξους Ρώσους αλλά και τον τσάρο της Ρωσίας, που διέταξε να γίνει η νεκρώσιμη ακολουθία με όλες τις τιμές και τον σεβασμό.
  5. ^ Το χαρέμι (η οικογένεια) του Χουρσίτ πασά βρισκόταν αποκλεισμένο στην Τρίπολη.
  6. ^ Μεταφέρθηκε στο Ζητούνι (Λαμία) και μετά την άρνησή του να συνεργαστεί με αντάλλαγμα αξιώματα και αμοιβές, βασανίστηκε και ανασκολοπίστηκε. Με τη θυσία του, η ελληνική εθνική συλλογική μνήμη κέρδισε έναν ήρωα-μάρτυρα, όμως η επανάσταση έχασε πολύ νωρίς, ένα πολύ σημαντικό και εμπειροπόλεμο οπλαρχηγό.
  7. ^ Στα ελληνικά τμήματα που αντιστάθηκαν στον Ξεριά, μετείχε και σώμα από τις Σπέτσες. Στην μάχη εκεί σκοτώθηκε και ο γιός της Μπουμπουλίνας, Γιάννης Γιαννούζας.

 Εξωτερικές συνδέσεις

ΠΗΓΗ: http://el.wikipedia.org/